Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε

Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2021

Η υπερτεχνολογία ενός πανάρχαιου πολιτισμού





 Ένα πέπλο μυστηρίου σκεπάζει μέχρι σήμερα τα βάθη της ιστορίας, προκαλώντας την φαντασία, την περιέργεια και το επιστημονικό ενδιαφέρον.

Αρχαίοι μύθοι, πανάρχαιες βραχογραφίες, περίεργες αναφορές των ιστορικών και των χρονογράφων εκείνων των εποχών, αλλά και οι σύγχρονες επιστημονικές αποδείξεις που έρχονται να προσδώσουν ένα άλλο νόημα, ή και να επιβεβαιώσουν μερικές φορές τις αρχαίες δοξασίες, δημιουργούν ένα πολύμορφο σύνολο που μεταφέρει αχνά από τα βάθη των αιώνων τον δυνατό παλμό ενός πανάρχαιου πολιτισμού, ο οποίος στην μεγαλύτερη του έκταση παραμένει ακόμα και σήμερα ανεξερεύνητος και άγνωστος.

Ίσως δεν θα ήταν ουτοπικό να προσπαθήσουμε να βρούμε πίσω από την αλληγορία των μύθων, την άκρη του νήματος που οδηγεί σε μία άγνωστη αλήθεια. Άλλωστε η ίδια αυτή «ουτοπία» οδήγησε τον Σλίμαν στην ανακάλυψη των Μυκηνών και της Τροίας, τον Έβανς στην ανακάλυψη των ανακτόρων της Κνωσού κ.λ.π.

Οι αρχαίοι λοιπόν μύθοι, είτε Ελληνικοί είναι αυτοί, είτε Περσικοί, Ινδικοί, Αιγυπτιακοί, Ινδιάνικοι κ.λ.π., σύμφωνα με αρκετούς μελετητές μεταφέρουν μία αντίληψη που σε εμάς φαντάζει παράλογη:

Ότι η ανθρώπινη ιστορία δεν ακολούθησε μία γραμμική πορεία από έναν πρωτόγονο πολιτισμό σε έναν πιο εξελιγμένο, αλλά αντίστροφα μία σπειροειδή πορεία από έναν πανάρχαιο εξελιγμένο πολιτισμό σε μία συνεχόμενη παρακμή έως την εποχή που υπήρξε η μυθολογική εκείνη καταγραφή, και μετά πάλι άρχισε η άνοδος κ.ο.κ.





ΜΙΑ ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΚΟΣΜΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Είναι χαρακτηριστική η καταγραφή του Ησιόδου στο «Έργα και ημέραι», όπου αναφέρει ότι οι θεοί δημιούργησαν πρώτα το Χρυσό Γένος των ανθρώπων που έζησε την εποχή που ο Κρόνος βασίλευε στο κράτος του Ουρανού. Τούτο το γένος ήταν το πιο σοφό και προηγμένο απ” όλα, ενώ εν συνεχεία ακολούθησαν – σε μία συνεχή παρακμή – τα επόμενα γένη φτάνοντας στο κατώτερο: το Σιδηρούν.

Εδώ έχουμε την αντίληψη της αντίστροφης πορείας του ανθρώπινου πολιτισμού, αλλά και μια αναφορά σε κάποιον πανάρχαιο εξελιγμένο πολιτισμό: Στο κράτος του Ουρανού. Ο Ουρανός σύμφωνα με την αρχαιοελληνική παράδοση ήταν ο πρώτος βασιλέας ο οποίος και δημιούργησε ένα παγκόσμιο κράτος. Ο Ευήμερος ο Μεσσήνιος αναφέρει ότι ο Ουρανός φέρεται ως ο πρώτος των βασιλέων, ενώ ο Απολλόδωρος αναφέρει ότι ήταν ο πρώτος που κατέκτησε τον κόσμο.

Ανάλογη καταγραφή έχουμε από την αρχαία κινεζική παράδοση, οπού κατά το πανάρχαιο κείμενο » I Τσίνκ» ο πρώτος βασιλέας ήταν ο “Τσανγκ – Τι», που μεταφράζεται ως «Ό Βασιλιάς Ουρανός».

Σύμφωνα λοιπόν με το «Ι Τσινκ», κατά την εποχή της βασιλείας του «εθεσπίσθησαν νόμοι χρηστότητος και δικαιοσύνης. Δεν υπήρχε τότε τόπος στη Γη που να μην ανήκε στον βασιλέα Ουρανό…».

Παρόμοιες αναφορές υπάρχουν και στα αρχαία Ινδικά κείμενα «Ραγγού Βάνσα» και «Ραμαγιάνα», όπου γίνεται λόγος για ένα πανάρχαιο βασίλειο που ίδρυσε ο «Μανού», ο «πρώτος των βασιλέων» και στο οποίο ίσως είχε αναπτυχθεί ένας εξελιγμένος πολιτισμός.

Το αρχαίο Ινδιάνικο κείμενο «Popol Vux» αναφέρει την ύπαρξη κατά τα πανάρχαια χρόνια ενός παγκόσμιου πολιτισμού, ενώ μιλάει και για τον εποικισμό της Αμερικής από τους λευκούς στρατιώτες του βασιλιά «“Ηλα Τάκι».

Οι παρόμοιες έως ταυτόσημες αυτές αρχαίες καταγραφές, που έρχονται από λαούς που ζουν σε φοβερά απομακρυσμένες μεταξύ τους περιοχές, δεν μπορούν παρά να μας κινήσουν τουλάχιστον την υποψία, ότι τότε υπήρχε ένα κράτος που είχε κατακτήσει όλον, ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη δημιουργώντας έναν προηγμένο πολιτισμό.

Αυτός ο πολιτισμός παρέμεινε στην μνήμη των ανθρώπων και μετά την καταστροφή του (πιθανόν από κάποιον παγκόσμιο πόλεμο και από έναν μεγάλο κατακλυσμό, γεγονότα που καταγράφονται και πάλι στα κείμενα των αρχαίων λαών), η δε αίγλη του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε οι πρωταγωνιστές του να πάρουν – με την πάροδο των αιώνων – διαστάσεις θεών και τα γεγονότα που τον σημάδεψαν να πάρουν από στόμα σε στόμα τις διαστάσεις μύθου.

Η αιτία της θεοποίησης αυτών των προσώπων μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτή από έναν αναγνώστη των αρχαίων κειμένων, αφού πάρα πολλοί χρονογράφοι, ιστορικοί και συγγραφείς εκείνης της εποχής μιλούν για τους θεούς και περιγράφουν τα περιστατικά της ζωής τους σαν να πρόκειται για ιστορικά πρόσωπα και ιστορικά γεγονότα.

Δυστυχώς δεν έχει φτάσει στα χέρια μας λεπτομερής καταγραφή της ιστορίας εκείνου του πανάρχαιου πολιτισμού. Ένας από τους λόγους είναι η εξαφάνιση της συντριπτικής πλειοψηφίας των αρχαίων καταγραφών με την πυρπόληση των βιβλιοθηκών της Αλεξάνδρειας, της Κωνσταντινούπολης κλπ., που μας στέρησε από έναν πολύτιμο θησαυρό γνώσεων.

Αξίζει να θυμηθούμε ότι η βιβλιοθήκη της Κωνσταντινούπολης καιγόταν επί μία ολόκληρη εβδομάδα. Και μόνο αυτή η πληροφορία μας προκαλεί ρίγος, όταν αναλογιζόμαστε το πλήθος και την έκταση των γραπτών μνημείων που εξαφανίστηκαν.

Παρ” όλα αυτά, έφτασαν μέχρι σήμερα κάποιες σποραδικές αναφορές, οι οποίες σε συνδυασμό με διάφορα παράδοξα αρχαιολογικά ευρήματα και διάφορα πορίσματα επιστημονικών ερευνών, μπορούν να μας μεταφέρουν αχνά τον παλμό εκείνου του πολιτισμού.

Στόχος του άρθρου αυτού δεν είναι να αναπαραστήσει την ιστορία εκείνης της εποχής, αλλά να μεταφέρει ένα μέρος (όσο μπορεί να επιτρέψει ο περιορισμένος χώρος) από το πλήθος των στοιχείων πού παραμένουν ανεξήγητα ή τουλάχιστον ελλιπώς ερμηνευμένα από την συμβατική ιστορία και, αν δεν αποδεικνύουν, τουλάχιστον δημιουργούν την υποψία για την ύπαρξη ενός πολιτισμού, ίσως πιο προηγμένου και εξελιγμένου από τον δικό μας.





ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΜΙΑΣ ΥΨΗΛΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Είναι φυσικό, η ιστορία ενός πολιτισμού που υπολογίζεται ότι υπήρξε δέκα χιλιάδες χρόνια πριν από την γέννηση του Χριστού και εξαφανίστηκε από μία κοσμογονική καταστροφή, να τυλίχτηκε με την αχλή και την αίγλη του μύθου, ο οποίος είναι και η σημαντικότερη ένδειξη της ύπαρξης του.

Οι γενιές που έζησαν τα επόμενα από την καταστροφή χρόνια χωρίζονταν στους ανθρώπους των ιερατείων, που είχαν στην κατοχή τους την προγονική γνώση μαζί με κάποια από τα κατά λοιπά της πανάρχαιας τεχνολογίας, και στην μεγάλη μάζα των απλών ανθρώπων. Εκείνοι, τις μνήμες τις οποίες διατήρησαν από τα χρόνια της ακμής, τις περιέβαλαν με το προστατευτικό κάλυμμα της μυθολογίας.

Η μυθολογία βρίθει από αναφορές στα φοβερά όπλα των θεών, στα ιπτάμενα άρματα τους, στα αυτόματα μηχανήματα και τα πολεμικά τέρατα, στις «μαγικές» δυνάμεις που έφτιαχναν πελώρια οικοδομήματα ή γκρέμιζαν ανίκητα τείχη, στους ταξιδιώτες του ουρανού και των άστρων. Σίγουρα όλα αυτά μπορεί να είναι δημιουργήματα της φαντασίας.

Αυτή η «φαντασία» όμως είναι παρόμοια – σχεδόν ταυτόσημη -σε διάφορους λαούς, και εφ” όσον υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα που δεν μπορούν να εξηγηθούν επαρκώς αν δεν θεωρηθούν ως απεικόνιση της πραγματικότητας που κρύβουν οι μύθοι, αφού υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες που υπαινίσσονται την χρησιμοποίηση κατά διάφορες κρίσιμες περιόδους μη συμβατικής με τα δεδομένα της εποχής τεχνολογίας, και εφ” όσον σύγχρονοι ερευνητές στηριζόμενοι σε αρχαίες μαρτυρίες κατασκευάζουν πράγματα που έως τώρα τα θεωρούσαμε αντικείμενα που συναντούμε μόνο σε μύθους.

Επομένως, είναι φυσικό να γεννιέται η υποψία ότι τα περί απλής φαντασίας δεν αποτελούν ικανοποιητική και επαρκή εξήγηση.

Οι αρχαίοι μύθοι και τα κείμενα είναι γεμάτα από αναφορές σε ιπτάμενα οχήματα που χρησιμοποιούνταν για διάφορους σκοπούς. Όσες από αυτές και να καταγράψουμε, δεν θα μπορέσουμε να μην έχουμε αφήσει ένα σημαντικό πλήθος απ” έξω. Αξίζει όμως να μεταφέρουμε κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις, όπου ένας καχύποπτος ερευνητής μπορεί να διακρίνει πίσω από την αλληγορία πολλά πράγματα.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο μύθος του Τριπτόλεμου με την θεά Δήμητρα. Πρόκειται για έναν μύθο των Ελευσινίων Μυστηρίων, σύμφωνα με τον οποίο η θεά Δήμητρα μετά από μία περιπλάνηση με το ιπτάμενο πύρινο άρμα της, που εσύρετο από φτερωτούς δράκοντες, προσγειώθηκε στην «αγέλαστο πέτρα» στην Ελευσίνα.

Ύστερα παρέδωσε το ίδιο αυτό φτερωτό άρμα σε έναν από τους τέσσερις βασιλείς της Ελευσίνας, τον Τριπτόλεμο, ο οποίος έφυγε πετώντας, και απουσίασε γα πολλά χρόνια με σκοπό να διδάξει και σε άλλους λαούς την τέχνη της σποράς του σίτου και του θερίσματος των χωραφιών.

Είναι σκανδαλιστικά παρόμοια η τοπωνυμία της περιοχής («Ελευσίς») με την λέξη «έλευσις», που θα μπορούσε κάλλιστα να υποδηλώνει την έλευση της θεάς Δήμητρας με το ιπτάμενο άρμα της. Επιπλέον το εκπολιτιστικό έργο το οποίο ανέλαβε να φέρει σε πέρας ο Τριπτόλεμος με τα μέσα που του παρείχε η θεά, καταγράφεται και σε μυθολογίες άλλων λαών. Μεταφέρουμε χαρακτηρι στικά από το βιβλίο του Γουίλ Ντιράν (Wil Durant) «Η ιστορία και ο πολιτισμός της Κίνας» την μαρτυρία της Κινεζικής παρά δοσης:

«…Πριν έρθουν οι ουράνιοι Βασιλείς, οι άνθρωποι στην Κίνα ζούσαν σαν τα ζώα. Σκεπάζονταν με δέρματα ζώων, τρέφο νταν με ωμό κρέας και δεν ήξεραν τον πατέρα τους…

…Όταν ήρθε ο Φου Χι, με την βοήθεια μιας πολύ μορφωμέ νης βασίλισσας, έμαθε στον λαό τον γάμο, την μουσική, τα γράμματα, και την ζωγραφική. Τους έμαθε επίσης να ψαρεύ ουν με δίκτυα και να καλλιεργούν τον μεταξοσκώληκα…

Μετά τον θάνατο του Φου Χι, το έργο του το συνέχισε ο Σενγκ Μουγκ. Αυτός βρήκε το αλέτρι, τη γεωργία, το εμπόριο, την Ιατρική επιστήμη, και το πως να θεραπεύονται οι άνθρωποι με τα βότανα…»

Παραστάσεις του άρματος με τους φτερωτούς δράκοντες έχουμε σε ένα πλήθος από αρχαία αγγεία. Ένα τέτοιο άρμα συναντάμε και στην τραγωδία του Ευριπίδη «Μήδεια», πάνω στο οποίο αποχωρεί στο τέλος του έργου η τραγική παιδοκτόνος. Αυτού του είδους οι σκηνοθετικές παρεμβάσεις προξενούν την περιέργεια, αφού η θεατρική τους απόδοση ήταν ιδιαίτερα δύσκολη για την εποχή και σίγουρα θα προξενούσε πολλά προβλήματα.

Η εμμονή των δημιουργών και ιδιαίτερα του Αισχύλου στην χρήση (στο θέατρο) φτερωτών αρμάτων, ιπταμένων ανθρώπων και ζώων, αλλά και περιέργων ενδυμάτων με χαρακτηριστικούς τους περίφημους κοθόρνους (μεγάλες μπότες που θυμίζουν έντονα αυτές των σημερινών αστροναυτών), υποδηλώνει την επιθυμία των τραγωδών να γίνει πιστή καταγραφή των μύθων ή τουλάχιστον την προσπάθεια να περάσουν εμμέσως στο κοινό κάποιες κρυφές αλήθειες (χωρίς η μία περίπτωση να αναιρεί την άλλη).

Στην τραγωδία του Αισχύλου «Προμηθέας Δεσμώτης» βλέπουμε τον Ωκεανό και τις κόρες του να έρχονται στον Προμηθέα οδηγώντας «με την θέληση, χωρίς χαλινούς» ένα «τετράσκελο πουλί». Στα αποσπάσματα που σώθηκαν από την τραγωδία «Σφίγγα» τον βλέπουμε να μιλάει για ένα «πουλί πού “χει νυχάτο χέρι, το πολεμικό, με το κοντάρι», ενώ στον «Αγαμέμνονα» είναι χαρακτηριστική η εντολή: «τα σκυλιά, τα τολμηρά, όπου πετάνε στον αγέρα άφησε».

Η πιθανή εμμονή του Αισχύλου να αποκαλύψει με συμβολισμούς στους θεατές κάποια μυστικά, μπορεί να εξηγήσει και τις διώξεις του από το ιερατείο της εποχής με την κατηγορία ότι ανεβάζει επί σκηνής τα μυστικά των Ελευσίνιων Μυστηρίων, και ίσως και την ανεξιχνίαστη δολοφονία του.

Το τετράσκελο πουλί που αναφέρεται στον «Προμηθέα Δεσμώτη» το συναντάμε σε πολλές αρχαίες απεικονίσεις, καθώς και σε κείμενα διαφόρων λαών. Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα είναι η περιγραφή του Ιεζεκιήλ στην Παλαιά Διαθήκη όπου μιλάει για ένα ζώο με τέσσερα σκέλη:

«…και τα σκέλη αυτών ορθά και πτερωτοί οι πόδες αυτών και σπινθήρες ως εξαστράπτων χαλκός και ελαφραί αι πτέρυγες αυτών…»

Το όχημα το είδε ο προφήτης να βγαίνει λάμποντας ολόκληρο, μέσα από ένα σύννεφο σκόνης.

Ο Αυστριακός μηχανικός Τ. Φ. Μπλούμριχ (J.F. Blumrich), ο οποίος εργάστηκε στην NASA και βραβεύτηκε» με το μετάλλιο «Εξαιρετικές Υπηρεσίες – Exceptional Services», ερεύνησε διεξοδικά τις περιγραφές αυτές του Ιεζεκιήλ, και σχεδίασε έναν υπερμοντέρνο θαλαμίσκο προσγείωσης από διαστημόπλοιο, με όλα τα χαρακτηριστικά που περιγράφει ο προφήτης. Τα αποτελέσματα των ερευνών του τα δημοσίευσε σε ένα βιβλίο με τίτλο «Και ηνοίχθησαν οι ουρανοί…»

Εδώ φυσικά γεννιέται το ερώτημα τι σχέση μπορεί να έχει το όχημα που είδε ο Ιεζεκιήλ με την τεχνολογία ενός πολιτισμού που υποτίθεται ότι καταστράφηκε 7000 περίπου χρόνια πριν από αυτόν. Ίσως λοιπόν, κάποια απομεινάρια αυτής της υψηλής τεχνολογίας να σώθηκαν και μετά την καταστροφή, φυλαγμένα με κάθε μυστικότητα από τα ιερατεία. Την γνώση γι” αυτά να είχαν μόνον κάποιοι από τους μυημένους στα αρχαία μυστήρια.

Ένα επιπλέον γεγονός που πηγάζει μέσα από την παράδοση αλλά και από τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων είναι τα ταξίδια πέρα από τη γη.

Είναι πολλές οι αναφορές των μύθων για τα ηλιακά άρματα με τα οποία ταξίδευαν διάφοροι ήρωες, με χαρακτηριστικότερο τον μύθο του ταξιδιού του Φαέθωνος. Ακόμη οι αναφορές σε αστρονομικά θέματα, διαφόρων μυημένων στα μυστήρια φιλοσόφων, ξεπερνούν τα όρια των γνώσεων, που κατά την συμβατική ιστορία θα έπρεπε να έχουν.

Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Σωκράτη στον «Φαίδωνα» του Πλάτωνα, όπου μιλάει για την σφαιροειδή μορφή της Γης, την περιγράφει πως φαίνεται από ψηλά, και λέει ότι αυτό που εμείς βλέπουμε για ουρανό δεν είναι ο πραγματικός, αλλά όταν βγούμε έξω από αυτόν (έξω από την ατμόσφαιρα) βλέπουμε την πραγματική του εικόνα.

Μία σειρά πανάρχαιων βραχογραφιών, θέτουν στον καλόπιστο ερευνητή την απορία για το αν όσα λέγονται γα τα διαστημικά ταξίδια εκείνης της εποχής δεν είναι απλά παραμύθια. Ορισμένες βραχογραφίες, αν ειδωθούν και ερμηνευθούν μ” ένα συγκεκριμένο τρόπο, παρουσιάζουν μορφές αστροναυτών.

Τέτοιες έχουν βρεθεί στο Παγγαίο όρος στην Θράκη, στην Βαλ. Καμόνικα της Ιταλίας, στο Κίμπερλι της Αυστραλίας και σε πολλά άλλα μέρη. Όλα αυτά τα ανεξήγητα για τους επιστήμονες στοιχεία, αποτελούν μία σημαντική ένδειξη ενός πανάρχαιου εξελιγμένου πολιτισμού.





ΕΝΑ ΑΡΧΑΙΟ ΠΥΡΗΝΙΚΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ;

Στα κείμενα των αρχαίων λαών υπάρχει η περιγραφή ενός τρομερού πολέμου που συγκλόνισε όλη τη Γη. Αυτός ο πόλεμος, που ίσως στάθηκε και η αφορμή για την αρχή της παρακμής εκείνου του πολιτισμού, διεξήχθη με την χρησιμοποίηση εξελιγμένων όπλων. Οι περιγραφές των αρχαίων κειμένων μας μεταφέρουν την εικόνα μίας σύγκρουσης, η οποία επέφερε σφοδρές καταστροφές. Εκείνη η πανάρχαια σύγκρουση κατέληξε κατά πάσα πιθανότητα σε ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα.

Φαντάζει ακραίο, όμως διαβάζοντας κανείς τις περιγραφές των αρχαίων παραδόσεων δεν μπορεί να μην πάει ο νους του σε μία τέτοια πιθανότητα. Οι αναφορές σε «ένα βλήμα που μέσα του έκλεινε την δύναμη του σύμπαντος», σε μία «λευκό-φωτη λάμψη» και μία «φωτιά πρωτόφαντη που χυνόταν παντού», σε «μία θανατηφόρα σκόνη» που σκέπασε όσους σώθηκαν από τον όλεθρο, δύσκολα μπορούν να περάσουν απαρατήρητες. Αξίζει να μεταφέρουμε τα κείμενα των λαών, μέσα στα οποία εκτός των άλλων, ο αναγνώστης μπορεί να διακρίνει τις μεγάλες ομοιότητες που υπάρχουν, και να εξάγει τα συμπεράσματα του.

Από την Θεογονία του Ησιόδου, όπου γίνεται η περιγραφή του τρομερού εκείνου πολέμου μεταξύ των «Θεών» και των “Τιτάνων», μεταφέρουμε το εξής χαρακτηριστικό απόσπασμα:

«…Έβραζε η γη και η θάλασσα η απέραντη, και τους Τιτάνες τους τύλιξε μια καυτή πνοή. Κι όπως η φλόγα ανέβαινε στον ουρανό, όσο γενναίοι κι αν ήσαν, οι Τιτάνες τυφλώθηκαν. Τους τύφλωσε η λευκόφωτη από τους κεραυνούς λάμψη. Ζέστη, φωτιά πρωτόφαντη χύνονταν παντού. Κι ότι έβλεπαν τα μάτια, κι ότι τα αυτιά άκουγαν ήτανε σαν να είχαν σμίξει η ο ουρανός κι η γη…»

Ένας ερευνητής θα μπορούσε κάλλιστα να υποψιαστεί ότι ο «κεραυνός του Δία» που ήταν το όπλο που έδωσε την νίκη της Τιτανομαχίας στους «Θεούς», στην πραγματικότητα δεν ήταν κάτι διαφορετικό από την σημερινή πυρηνική βόμβα.

Ακόμα πιο χαρακτηριστική είναι η περιγραφή που υπάρχει στο ινδιάνικο κείμενο «Popol Vux»:

«…Ένας σιδερένιος κεραυνός έπεσε από τον ουρανό στη γη. Τα πτώματα των ανδρών της φυλής των Βρίσχνες, και των Αγχίκας. έγιναν αγνώριστα. Τα μαλλιά τους και τα νύχια τους είχαν πέσει, τα φτερά των πτηνών άλλαξαν χρώμα, οι τροφές δηλητηριάστηκαν κι όσοι άνθρωποι σώθηκαν από τον όλεθρο σκεπάστηκαν με μία θανατηφόρα σκόνη.»

Η Ινδική βίβλος «Μαχαμπαράτα» αναφέρει σχετικά:

«Ήταν ένα βλήμα που μέσα του έκλεινε την δύναμη του Σύμπαντος. Ήταν μία στήλη από καπνό και φλόγα λαμπρή, σαν δέκα χιλιάδες ήλιοι, που σηκώθηκε μ” όλη τη δύναμη της… Ήταν ένα νέο και άγνωστο όπλο, ένας σιδερένιος κεραυνός που έκανε στάχτη τη. φυλή των Βρίσνις και των Ανδάκας…

…Τα κορμιά κάηκαν, και κανείς δεν μπορούσε να τα αναγνωρίσει. Τα μαλλιά και τα νύχια έπεσαν από τα σώματα. Τα πουλιά έγιναν κάτασπρα… Λίγες ώρες αργότερα όλα τα τρόφιμα είχαν μολυνθεί… Για να γλυτώσουν από τη φωτιά αυτή, οι στρατιώτες έπεσαν στα ποτάμια με τα ρούχα και τα όπλα τους… Άρχισε να φυσάει ένας καυτός άνεμος…

Το Σύμπαν τυλίχτηκε με τόση ζέστη σαν να ήταν άρρωστο με δυνατό πυρετό. Οι ελέφαντες και τ” άλλα ζώα του πολέμου χτυπήθηκαν από την δύναμη του όπλου… Τα νερά ζεστάθηκαν τόσο, ώστε ότι ζεί μέσα τους, άρπαξε φωτιά…

…Ένα ακόντιο μοιραίο, σαν ραβδί του θανάτου. Μετρούσε τρία κύβιτα και έξι πόδια. Προικισμένο με την δύναμη του κεραυνού του Ίντρα με τα χίλια μάτια…καταοτρεπτικό για όλα τα ζωντανά πλάσματα…»

Η καταπληκτική ομοιότητα των περιγραφών της «ΡοροΙ Vux» και της «Μαχαμπαράτα», αλλά και οι προκλητικά όμοιες ονομασίες των φυλών «Βρίσχνες και Αγχίκας» από την μία και «Βρίσνις και Ανδάκας» από την άλλη, μας ωθούν στο συμπέρασμα ότι δεν αποκλείεται τα δύο αυτά κείμενα να περιγράφουν το ίδιο γεγονός

Σε ένα άλλο σημείο της «Μαχαμπαράτα» διαβάζουμε για την σύγκρουση στον αέρα δύο όπλων από αυτά που προαναφέραμε: «…Τα δύο όπλα συνάντησαν το ένα τ” άλλο στη μέση του αέρα. Τότε η γη άρχισε να τρέμει μαζί με όλα τα βουνά της και τις θάλασσες και τα δέντρα, και όλα τα ζωντανά πλάσματα κάηκαν από την ενέργεια των όπλων και επηρεάστηκαν άσχημα. Τα ουράνια φλέγονταν και τα δέκα σημεία του ορίζοντα γέμισαν με καπνό…».

Η περιγραφή της Παλαιάς Διαθήκης, σχετικά με την καταστροφή στα Σόδομα και τα Γόμορα, μπορεί επίσης να χαρακτηριστεί ως μία μυθολογική απεικόνιση των δεινών εκείνου του μεγάλου πολέμου:

«…Και έβρεξεν ο Κύριος επί τα Σόδομα και τα Γόμορα Φείον και πυρ εξ ουρανού, και κατέστρεψε τας πόλεις αυτάς, και πάντα τα περίχωρα…»

Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που μας μεταφέρουν οι αρχαίες παραδόσεις, είναι αυτό της κατασκευής του περίφημου κεραυνού του Διός από τους Κύκλωπες. Σύμφωνα με την Αρχαία Ελληνική μυθολογία, οι Κύκλωπες ήταν αυτοί που δημιούργησαν το ανίκητο αυτό όπλο, το οποίο και έδωσαν στον Δία για να κατατροπώσει τους Τιτάνες.

Από τα «Σχόλια του Αρτεμιδώρου» διαβάζουμε την γνώμη του Ερατοσθένη που υποστήριζε ότι η συνωμοσία των Θεών κατά των Τιτάνων έγινε στο «θυτήριο», όπου οι Κύκλωπες κατασκεύαζαν το φοβερό όπλο, «έχων επί του πυρός κάλυμμα, όπως μη ιδώσει την του κεραυνού δύναμιν».

Μήπως εδώ μιλάμε για ένα πυρηνικό εργοστάσιο, του οποίου τα τοιχώματα προστάτευαν τους εργαζόμενους σε αυτό από «την του κεραυνού δύναμιν», και του οποίου οι επιστήμονες, που θα φορούσαν προφανώς μία ιδιόμορφη στολή με κράνος, η οποία τους προσέδιδε μία διαφορετική περίεργη εικόνα, ονομάστηκαν από την μυθολογία «Κύκλωπες»;

Αρκετά τολμηρή ετούτη η υπόθεση, αλλά και αρκετά πιθανή, αν λάβει κάποιος υπόψη του τις παραπάνω περιγραφές, καθώς και μία βραχογραφία 10000 ετών, που βρέθηκε σε σπηλιά της κοιλάδας Τασσιλί, στις παρυφές της ερήμου της Σαχάρας, η οποία παρουσιάζει την μορφή ενός ανθρώπου, ντυμένου με μία παράξενη στολή, που θυμίζει έντονα αυτή των αστροναυτών ή των εργαζομένων σε πυρηνικό εργοστάσιο.

Το κράνος της στολής φέρνει στην μνήμη μας την περιγραφή ενός Κύκλωπα, αφού έχει στο μέτωπο έναν στρογγυλό φεγγίτη για να επιτρέπει την όραση.

Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΤΑ ΚΡΥΜΜΕΝΑ ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙΑ

Την ολοκληρωτική καταστροφή εκείνου του πολιτισμού, έφερε ένας μεγάλος κατακλυσμός, που ήταν αποτέλεσμα αλλά και αιτία τεραστίων γεωλογικών μεταβολών που αναστάτωσαν ολόκληρο τον πλανήτη. Τα αρχαία κείμενα αναφέρονται εκτενώς και σε εκείνον τον κατακλυσμό, αλλά και σε παλαιότερους.

Σύμφωνα με κάποιες σύγχρονες θεωρίες, το 9654 π.Χ., ένα αστρικό σώμα έπληξε την Γη στον Ειρηνικό Ωκεανό, προκαλώντας τεράστιες καταστροφές σε όλη την υφήλιο. Η χρονολογία αυτή δεν απέχει από εκείνη που δίνει ο Πλάτωνας στον “Τίμαιο», για τον καταποντισμό της Ατλαντίδος. Αυτή η καταστροφή, πρέπει να ταυτίζεται με αυτήν που αναφέρεται από την Ελληνική μυθολογία ως ο Κατακλυσμός του Δευκαλίωνα.

Σύμφωνα με μια ιστορική ερμηνεία, εν όψη του κατακλυσμού που ερχόταν, οι σοφοί εκείνου του πανάρχαιου πολιτισμού, που είχαν προβλέψει την καταστροφή, θέλησαν να διασώσουν τις γνώσεις τους για τις επερχόμενες γενιές. Αυτές οι γνώσεις κλείστηκαν είτε σε κάποια οικοδομήματα πού ήταν προορισμένα να «επιβιώσουν», είτε διασώθηκαν μαζί με τους κατόχους τους σε κάποια απρόσβλητα σημεία.

Οικοδομήματα, μέσα στα οποία φυλάχτηκε η γνώση, λέγεται ότι αποτελούν οι πυραμίδες. Η Αιγυπτιακή παράδοση αναφέρει ότι η μεγάλη πυραμίδα κατασκευάστηκε πριν τον κατακλυσμό (ίσως αυτό που έγινε στα τέλη της τρίτης χιλιετίας να ήταν κάποιου είδους ανακαίνιση) και είχε φυλαγμένα στα σωθικά της τα απομεινάρια της χαμένης σοφίας. Ένα χειρόγραφο του αρχαίου Αιγυπτίου ιστορικού Μασχουντί που βρίσκεται στην βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου) της Οξφόρδης, αναφέρει τα εξής:

«…Ο Σουρίντ που βασίλευε στην Αίγυπτο, πριν από τον κατακλυσμό, κατασκεύασε τις δύο μεγάλες πυραμίδες. Και διέταξε τους ιερείς του να εναποθέσουν σε αυτές το σύνολο των γνώσεων και της σοφίας της εποχής του, καθώς και τα γραπτά κείμενα της αριθμητικής και της γεωμετρίας, προς χάριν των μεταγενεστέρων, για να τα μελετήσουν και να διδαχθούν απ” αυτά.

Στην Ανατολική πυραμίδα καταγράφηκαν οι ουράνιες σφαίρες, τα σχήματα των άστρων και των πλανητών με τις θέσεις των και τους κύκλους των, καθώς και η ιστορία του παρελθόντος…»

Ο Έντγκαρ Κεϊσι στα έργα του «Ιστορία της προέλευσης και του πεπρωμένου του ανθρώπου» και «Ατλαντίδα», αναφέρει ότι αρχιτέκτονας της μεγάλης πυραμίδας ήταν ο Ερμής, ενώ για την Σφίγγα αναφέρει ότι κατασκευάστηκε γύρω στην δέκατη χιλιετία προ Χριστού.

Την κατασκευή της μεγάλης πυραμίδας από τον Ερμή, για να φυλαχτεί εκεί η επιστημονική γνώση υποστηρίζει και ο Άραβας ιστορικός Ιμπ Μπαλούσι. Σύμφωνα με την παράδοση η Σφίγγα έκρυβε την λύση κάποιου μεγάλου αινίγματος.

Στις 22 Μαρτίου του 1993 στις 11:05 ακριβώς, ένα μίνι ρομπότ του Γερμανού μηχανικού Δρα. Ρούντολφ Γκάντεμπρινκ (Dr. Rudolf Gantenbrink) ανακάλυψε μέσα στη πυραμίδα του Χέωπα, στο τέρμα ενός σφραγισμένου από τους αρχαι ολόγους διαδρόμου 59,84 μέτρων, μία μυστική πόρτα. Η απόσταση από το σημείο της πόρτας αυτής έως το εξωτερικό της πυραμίδας, είναι 17 μέτρα.

Ο Γερμανός μηχανικός καθώς και ένα πλήθος αρχαιολόγων πιστεύουν ότι πίσω της υπάρχει μία αίθουσα που περιέχει κάτι το σημαντικό. Μετά την ιστορική αυτή ανακάλυψη, αφαιρέθηκαν οι άδειες των εργασιών από τους Γερμανούς αρχαιολόγους, διακόπτοντας έτσι τις έρευνες στο πιο κρίσιμο σημείο και προκαλώντας τις αντιδράσεις των ιδίων και πολλών ερευνητικών φορέων.

Στην ιστοσελίδα της «Κοινότητας των Αρχαίων Αστροναυτών» (Ancient Astronaut Society), διαβάζουμε για την ύπαρξη μίας κασέτας, με την διάλεξη (που έγινε πριν από πενήντα χρόνια) των αρχαιολόγων Σερ Φλίντριου Πέτρι (Sir Flindrew Petrie) και Τζον Κινάναν (John Kinnanan), στην οποία υπάρχει η αναγγελία της ανακάλυψης αυτής της μυστικής κάμαρας!

Σήμερα, πέντε χρόνια μετά την ανακάλυψη του Δρα. Ρούντολφ Γκάντεμπρινκ, και αφού η βασιλική αίθουσα, από την οποία ξεκινάει ο διάδρομος, παραμένει σφραγισμένη τουλάχιστον από τα μέσα Νοεμβρίου (όπως καταγγέλλει στην παραπάνω ιστοσελίδα ο Έριχ φον Νταίνικεν), οι Αιγυπτιακές αρχές ανακοινώνουν ότι θα γίνει μία προσπάθεια να ανοιχτεί η μυστηριώδης, πόρτα.

Η Γερμανική εφημερίδα «DIE WELT» σ” ένα φύλλο της στις 29 Ιανουαρίου του 1998, αναφέρει ότι μέχρι τα μέσα Μαρτίου οι αρχαιολόγοι πιστεύουν πως θα έχουν πρόσβαση στη μυστική κάμαρα. Κάτι τέτοιο όμως, μέχρι την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν έχει γίνει. Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε τα αποτελέσματα ελπίζοντας πως δεν θα δοθεί και άλλη περίεργη αναβολή.

Από ένα πλήθος ιστορικών μαρτυριών καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι τα απομεινάρια της πανάρχαιας επιστημονικής γνώσης που επιβίωσαν μετά τον κατακλυσμό, έμειναν καλά κρυμμένα μέσα στα ιερατεία από τους ιερείς και τους μυημένους στα αρχαία μυστήρια. Οι λόγοι για τους οποίους δεν θέλησαν να γίνει γνωστή στο ευρύ κοινό μπορεί να είναι πολλοί, με κυριότερο ίσως αυτόν της προσπάθειας να αποφευχθεί στο μέλλον ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα, όπως αυτό του παρελθόντος.

Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, σε ορισμένες στιγμές της ιστορίας, όταν η κρισιμότητα των περιστάσεων το έκρινε απαραίτητο, χρησιμοποιούνταν κάποια από τα εξελιγμένα όπλα του παρελθόντος για να βοηθήσουν στην θετική έκβαση διαφόρων γεγονότων. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, όπου οι Ιερείς επισκέπτόμενοι τον Θεμιστοκλή, τον έπεισαν ότι η ναυμαχία με τους Πέρσες έπρεπε να γίνει οπωσδήποτε στα νερά της Σαλαμίνας μπροστά από το Θριάσιο πεδίο,όπου βρίσκονταν οι ναοί των Ελευσινίων Μυστηρίων.

Ο Θεμιστοκλής μετά από επίμονες προσπάθειες και τεχνάσματα, κατάφερε να φέρει αντιμέτωπα τα Ελληνικά και τα Περσικά πλοία μπροστά από το Θριάσιο πεδίο, όπου και έγινε αυτό που μας περιγράφει ο Πλούταρχος στο 15ο κεφάλαιο του βιβλίου του «Θεμιστοκλής»:

«…Κατά την διάρκεια του αγώνος, μέγα φως έλαμψε από την Ελευσίνα, ενώ η πεδιάς εγέμισε από ήχον και θόρυβον όμοιον με φωνάς πλήθους, με βουητό, ωσάν πολλοί άνθρωποι μαζί να περιφέρουν τον μυστικόν Ίακχον. Από το μέσον δε αυτού του θορύβου εδημιουργήθη νέφος, που ανυψώθη από την γη και έπειτα επέστρεψε και επέπιπτε εις τας εχθρικός τριήρεις.»

Τί άλλο μπορεί να περιγράφει εδώ ο Πλούταρχος; Αποκλείεται να μιλά για μία εκτόξευση πυραύλων που έπληξαν τα Περσικά πλοία;

Υπάρχει ένα σημαντικό πλήθος τέτοιων μαρτυριών που δυστυχώς η στενότητα του χώρου δεν μας επιτρέπει να τις μεταφέρουμε. Αυτό που είναι σίγουρο, είναι ότι τα λίγα στοιχεία που αναφέραμε ως χαρακτηριστικά του πλήθους πού υπάρχει, μπορούν να δώσουν μία εικόνα, μέσα στην οποία οι εξηγήσεις της συμβατικής ιστορίας καθίστανται ανεπαρκείς να καλύψουν τα ερωτηματικά που προκύπτουν.








Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2021

"ΑΝΤΙΘΕΟΝ ΠΕΛΑΣΓΟΝ ΓΑΙΑ ΜΕΛΑΙΝΑ ΑΝΕΔΩΚΕΝ"- Ιστορία γενέσεως της Ελληνικής γλώσσας (Μέρος 1)




"Νομίζω ότι κάποια μεγαλύτερη δύναμη παρά κάποια προερχόμενη εκ των ανθρώπων είναι εκείνη που έθεσε τα ονόματα στα πράγματα, ώστε αυτά να είναι αναγκαίως τα ορθά".

[Πλάτων, "Κρατύλος" 438c]





Η περιγραφή του ελληνικού χώρου είναι αναγκαία, διότι άνευ της μελέτης του συγκεκριμένου χώρου δεν θα μπορούσαμε ποτέ να εγγίσουμε την ιστορία της ελληνικής γλώσσας, δημιουργοί της οποίας υπήρξαν η ελληνική φύση και ο άνθρωπος κάτοικος του ελληνικού χώρου. Αυτή υπήρξε η "μείζων δύναμις", την οποίαν ανεζήτησε, την πλησίασε, αλλά δεν την ανεγνώρισεν ο μεγάλος Πλάτων.

Η ιστορία του ελληνικού χώρου είναι ίσως η αρχαιότερη όλης της γης. Ας δώσουμε όμως τον λόγο στην επιστήμη της γεωλογίας, για να θεμελιώσουμε την αρχή της παρουσίας του φυσικού και γεωγραφικού χερσαίου ελληνικού χώρου στην ζωή του πλανήτη μας:

"Προ 140.000.000 ετών, όταν ολόκληρος σχεδόν ο πλανήτης γη είχε περίπου την μορφή μιας πανθάλασσας, στις αρχές δηλαδή της κρητιδικής περιόδου, μια γιγαντιαία ανοδική ορογενετική κίνησις ανύψωσε επάνω από τα ύδατα αυτής της πανθάλασσας την Πελαγονική οροσειρά. Ήτο μια στενή ζώνη ξηράς, η οποία περιελάμβανε την βορειότερη Μακεδονία (Πελαγονία), τον Όλυμπο, την ανατολική πλευρά της μετέπειτα Θεσσαλίας και την βόρειο Εύβοια. Απ΄αυτήν την πρώτη ορογενετική κίνηση περνούν 115.000.000 χρόνια, δια να αρχίσει μια νέα ορογενετική περίοδος, κατά την οποία αναδύονται εκ των υδάτων οι υψηλότεροι ορεινοί όγκοι της γης, δηλαδή τα Ιμαλάια, οι Άλπεις, τα Πυρηναία. Τότε αναδύεται εκ της θαλάσσης και η επιβλητική οροσειρά της Πίνδου".

(Ι.Μελέντης, "Ιστορίαν του Ελληνικού Έθνους", Εκδ.Αθηνών).

Είναι φανερό ότι όταν ομιλούμε για την γλώσσα, ομιλούμε για το χερσαίον ον άνθρωπος και όταν ομιλούμε για το περιβάλλον, ομιλούμε κατ΄ εξοχήν για την χέρσο γη, επί της οποίας συντελέσθησαν οι διαδικασίες της εξελίξεως των επ΄αυτής αναπτυχθέντων όντων. Όσο λοιπόν και εάν παραλογιζώμεθα υποστηρίζοντας διάφορες απόψεις για την πρώτη ανθρώπινη παρουσία επί του πλανήτη (η γνώμη μου είναι ότι ο άνθρωπος παρουσιάσθηκε σε πολλά σημεία του πλανήτη), δεν είναι δυνατόν να προφασιζώμεθα άγνοια και να αποσιωπούμε ηθελημένως ότι : η πρώτη χέρσος γη, η οποία ανεδύθη εκ των υδάτων και επί της οποίας εσχηματίσθη η τελειότερη γλώσσα και ο πνευματικός πολιτισμός, είναι αυτή της οποίας η υψηλότερη κορυφή ήταν και είναι ο "αιπύς και αιγλήεις Όλυμπος" (Ιλ. Ε 868).

"Έτσι αναδύθηκε από τα θαλάσσια βάθη η Αιγαιϊς σαν ενιαία και αδιαίρετη μάζα ξηράς που εκάλυπτε περίπου τον σημερινό ελληνικό χώρο απ΄ το Ιόνιο ως την Μ. Ασία και τα νότια της Κρήτης [...]. Η ζωή έχει εν τω μεταξύ εμφανισθεί επάνω στην ανήσυχη ξηρά, παρακολουθεί τις γεωλογικές αναστατώσεις και την αέναη πάλη της στεριάς και του υγρού στοιχείου. Μεγαθήρια σπονδυλωτά ματακινούνται στις κατάφυτες πλαγιές της Αιγαιϊδας".

Και αυτά συμβαίνουν προ 13.000.000 ετών, όταν δηλ. ευρίσκοντο ακόμη υπό την θάλασσα τα Ιμαλάϊα, τα Πυρηναία, οι Άλπεις. Και ο Ι.Μελέντης συνεχίζει:

"Η Αιγαιϊς δεν αποτελούσε φυσικά μια μονότονη μάζα ξηράς...Μια μεγάλη λίμνη σκέπαζε τον χώρο της κεντρικής Θεσσαλίας, τις βόρειες Σποράδες και την βορειοανατολική Εύβοια. 

Άλλες λίμνες υπήρχαν ανατολικά της Σκύρου και νοτιώτερα μεταξύ Άνδρου και Χίου...

Το νότιο και ανατολικό τμήμα της Κρήτης βρισκόταν τότε κάτω από τα νερά, θάλασσα ήταν και η Κέρκυρα και οι δυτικές ακτές της Ηπείρου μαζί με την Λευκάδα και το δυτικό τμήμα της Κεφαλληνίας και της Ζακύνθου...

Πριν 12.000.000 περίπου χρόνια χωρίζονται τα νησιά του Ιονίου απ΄ την στεριά και εξέχουν σαν βραχοκορφές επάνω σε μια θάλασσα που σκέπαζε το δυτικό τμήμα της Ήλιδος, την δυτικήν Αχαϊα ως την Πάτρα, την πεδιάδα της Μεσσηνίας και τον Λακωνικό κόλπο. 

Αργότερα διαμορφώνονται από την διάβρωση οι κοιλάδες του Ελλησπόντου και του Βοσπόρου. Δια μέσου αυτών των κοιλάδων τα νερά της Ποντοκασπίας και της Προποντίδος θα περάσουν σε ένα μεγάλο κεντρικό ποταμό της Αιγιιϊδος (Αιγαίος ποταμός, που συγκέντρωνε τις ροές των παραποτάμων του Αξιού, Στρυμόνος, Έβρου,κλπ. 

Στο τέλος της Πλειοκαίνου, πριν από δυο περίπου εκατ. χρόνια, ένας κλάδος της Μεσογείου προωθείται από τα ανατολικά της Κρήτης προς την Προποντίδα. 

Ένας άλλος θαλάσσιος βραχίων εισορμά στον χώρο μεταξύ Κρήτης και Πελοποννήσου (στο χώρο περίπου του σημερινού Μυρτώου Πελάγους), φθάνει ως τα περίχωρα των Αθηνών και δια μέσου του νοτίου τμήματος της Αττικής και της Ευβοίας προελαύνει προς τις βόρειες Σποράδες και τον Θερμαϊκό. 

Αυτές οι μετακινήσεις των υδάτων της Μεσογείου ήταν η αρχή του σχηματισμού του Αιγαίου Πελάγους. 

Κατά την Πλειόκαινο, πριν 12-2 εκατ. έτη περίπου ,δημιουργούνται στα βυθίσματα της Αιγιϊδος μεγάλες λίμνες...από τις λίμνες αυτές όσες δεν είχαν στέρεα προχώματα πλημμύριζαν από θαλάσσιο νερό, με αποτέλεσμα να γίνονται υφάλμυρες.

Ήταν λίμνες ασταθείς όπως η Κορινθιακή, των Μεγάρων, του Αργολικού κόλπου και της Ήλιδος. Αντιθέτως οι εσωτερικές λίμνες και εκείνες που είχαν ανθεκτικά προχώματα προς την θάλασσα θα διατηρήσουν το γλυκό νερό επί μακρότατο χρονικό διάστημα. 

Ενδοχωρικές λίμνες αυτού του τύπου ήταν η κοιλάδα του Ευρώτα, οι πεδιάδες της Μεγαλοπόλεως, της Λοκρίδος και ολόκληρη η Θεσσαλία πριν από την διάνοιξη της χαράδρας των Τεμπών"

(Ι.Μελέντης, ως άνω, σελίς 11).

Η περιοχή όμως που ιδιαιτέρως μας ενδιαφέρει ήταν η "ενδοχωρική λίμνη" η οποία είχε σχηματισθεί μεταξύ της προ 140.000.000 ετών αναδυθείσης "Πελαγονικής οροσειράς" και της νεότερης οροσειράς της Πίνδου. 

Η πέριξ της λίμνης περιοχή υπήρξε ο κόλπος εντός του οποίου εγεννήθη η ελληνική γλώσσα ή καλύτερα η ελλοπική. Η "Θεογονία" ομιλεί για αυτήν την ορογένεση χωρίς ιδιαίτερους προσδιορισμούς των περιοχών.

Στον στίχο 129 λέγει: "Γείνατο δ΄ούρεα μακρά θεών χαρίεντας εναύλους" [έλαβαν εκ της φύσεως υπόσταση επιμήκη όρη, τα οποία έγιναν οι ευχάριστες κατοικίες των θεών (ανθρώπων)].

Στας "Ηοίας" γίνεται λόγος περί της "Βοιβηίδος" λίμνης (αποσ. 122 Rzach), η οποία και σήμερα διασώζεται κοντά στο Πήλιο. 

Αυτή η λίμνη συνδέεται με τεχνητή διώρυγα με τ ην Νεσσωνίδα λίμνη (Κάρλα). Είναι φανερό, ότι οι λίμνες αυτές υπήρξαν άλλοτε μέρος της μεγάλης ως πέλαγος λίμνης. Περί της λίμνης αυτής, της οποίας το όνομα αγνοούμε, ομιλεί ο Ηρόδοτος (Ζ 129). Λέγει:

"Για την Θεσσαλία διηγούνται ότι κατά τους αρχαίους χρόνους (η επίσκεψη του Ηρόδοτου τοποθετείται περίπου στο 445 π.χ.) ήταν λίμνη κλειόμενη από όλα τα μέρη από υπερμήκη όρη ως το Πήλιο, η Όσσα, ο Όλυμπος, η Πίνδος, η Όρθυς...

Τον παλαιόν όμως καιρό, επειδή δεν υπήρχε η φάραγξ και το στενό μέρος για την εκροή [Τέμπη], οι ποταμοί οι κατερχόμενοι εκ των γύρω ορέων ως ο Απιδανός, ο Ονόχωνος, ο Ενιπεύς, ο Πάμισος, ο Πηνειός και η λίμνη Βοιβηίς [άλλη λίμνη δεν αναφέρει και είναι πολύ πιθανόν η Νεσσωνίς να ήταν ενωμένη με την Βοιβηίδα λόγω της στάθμης του ύδατος αυτής] ρέοντες έκαμαν την Θεσσαλία πέλαγος. 

Οι Θεσσαλοί [η λέξη Θεσσαλία σημαίνει θέσιν - αλός] διηγούνται ότι ο Ποσειδών έκαμε την χαράδρα, δια της οποίας ρέει ο Πηνειός, και λέγουν ορθά διότι όποιος πιστεύει ότι ο Ποσειδών σείει την γη και όσα σχήσματα της γης προέρχονται από σεισμό είναι έργο του θεού αυτού, όταν ιδή εκείνο το φαράγγι, θα ειπή πράγματι ότι ο Ποσειδών το έκαμε, διότι η διαχώρησι των ορέων τούτων μου φαίνεται ότι είναι έργο σεισμού".

Πότε όμως συνέβει αυτή η δια σεισμού διάνοιξη της κοίτης του Πηνειού; Διότι δεν ήταν αναγκαίο, η εξαφάνιση της "ενδοχωρικής" λίμνης να συνέβει κατά την διάνοιξη της χαράδρας: ήταν αρκετό να διανοιγεί η κοίτη του ποταμού, διά του οποίου τα υπερχειλίζοντα νερά της λίμνης να οδηγούντο στο Αιγαίο, για να κατεβεί η στάθμη αυτής και εξαφανισθεί, χωρίς να εκλείψει εντελώς. 




Ο Αριστοτέλης στα "Μετεωρολογικά" (Α14) σημειώνει: 

"Και γαρ ούτος (ο κατακλυσμός ο επί της εποχής του Δευκαλίωνος) περί τον ελληνικόν εγένετο μάλιστα τόπον, αύτη δ'εστίν η περί την Δωδώνην και τον Αχελώον. Ούτος γαρ πολλαχού το ρεύμα μεταβέβληκεν. Ώικουν γαρ οι Σελλοί [Ελλοί] ενταύθα και οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί νυν δε Έλληνες".

Εάν επί Δευκαλίωνος συνέβησαν μετεωρολογικά φαινόμενα ικανά να αλλάξουν την κοίτη του Αχελώου "περί τον ελληνικόν τόπον", είναι πολύ πιθανόν και στον Πηνειό λόγω των αυτών διαταραχών (σεισμών) να "άνοιξε", έγινε βαθύτερη η κοίτη του στην εκβολή του και ο αντίκτυπος να εφάνη στην λίμνη, η οποία πράγματι καταλάμβανε όλον τον "περί τον ελληνικόν τόπον" χώρο. Πότε όμως συνέβει η εξαφάνιση της λίμνης, παραμένει ακόμα άγνωστο. 

Κατά την γεωλογία στην περίοδο της Πλειστοκαίνου, κατά την οποία έγινε η ολοκλήρωση και η τελική διαμόρφωση του ελληνικού χώρου προ 8,000 ετών (Δ.Θεοχάρης,πίναξ σελ. 40,τ.Α της "Ιστορίας Ελληνικού Έθνους"), "εξαφανίζονται τελείως μερικές εσωτερικές λίμνες: της Μεγαλοπόλεως, του Ευρώτα, της Στερεάς Ελλάδος, της Θεσσαλίας" 

(βλ. και Ι.Μελέντην,ως άνω σελ. 12). 

Ποτέ ίσως δεν θα μπορέσουμε να βεβαιωθούμε περί της ακριβούς χρονολογήσεως των συμβάντων αυτών. Θεωρώ όμως ,ότι η ανθρώπινη παράδοση η οποία διέσωσε και τα περί "Θεσσαλίας", τα οποία ανέφερε ο Ηρόδοτος, δεν διαψεύσθει υπό της επιστήμης της γεωλογίας. Αυτή όμως η παράδοση της επελθούσης καταστροφής επί Δευκαλίωνος έχει επίσης "καταγραφεί" και δια της δημιουργίας άλλων λέξεων, τις οποίες θα δούμε στα οικεία λήμματα,πχ "Λέλεγες", "Γραικός", "Πελασγός". 

Αυτά όλα ίσως μας οδηγήσουν στο να δεχτούμε, ότι η εξαφάνιση της λίμνης συντελείται στο τέλος της Πλειστοκαίνου, ή όπως σημειώνει η ίδια η γεωλογία, το 8,000 πχ. Να είναι αυτή άραγε, κατά προσέγγιση, η χρονολόγηση της μεγάλης καταστροφής;

Για την τότε παρουσία του ανθρώπου πέριξ της μεγάλης λίμνης δεν πρέπει να υπάρξει αμφισβήτηση: τα ευρήματα που πιστοποιούν αυτήν χρονολογούνται πολύ προ των 10,000 ετών. 

"Πρέπει να σημειωθεί ότι: τα απολιθωμένα οστά του Πηνειού βρέθηκαν μαζί με παλαιολιθικά λείψανα. 

Σημαντική διαπίστωση που αποκαλύπτει ότι στην Θεσσαλική λεκάνη είχε εγκαθιδρυθεί κάποια σχέση συμβιώσεως ανθρώπων και ζώων πριν 10,000 χρόνια.

Μερικά οστά της Θεσσαλίας δείχνουν φανερά ίχνη επεξεργασίας από ανθρώπινα χέρια. Δεν αποκλείεται να είχαν χρησιμοποιηθεί σαν εργαλεία-όπλα (ρόπαλα, αιχμές,κλπ). 

Διαπιστώνεται λοιπόν αλληλεξάρτηση και αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπων και ζώων στην πεδιάδα του Πηνειού. 

Η παράλληλη δράση του ανθρώπου επιρεάζει τον ζωικό κόσμο. Αλλά και τα ζώα επιρεάζουν με την σειρά τους τον άνθρωπο, που είναι μάλιστα εξαρτημένος από την παρουσία τους" (Δ.Ρ.Θεοχάρης,ως άνω,σελ.17). 

Η θέση των ευρημάτων μικρή σημασία έχει, διότι πολύ ολίγα γνωρίζουμε για την όψη της λίμνης (νήσοι,χερσόνησοι,εντός αυτής, κ.α.). Τα νερά επίσης των γύρω χειμάρων ποτέ δεν σταμάτησαν να μεταφέρουν σε διάφορα σημεία της πεδιάδος πολλά αρχαιολογικά κατάλοιπα μετά την εκροή της λίμνης στο Αιγαίο. 

Η κάθοδος επίσης της στάθμης της λίμνης, δεν γνωρίζουμε ποιές επιφάνειες της πεδιάδος κατά πρώτον απεκάλυψε. 

Άλλωστε "στις όχθες των ποταμών πολύ συχνά στά άνδηρα (αναχώματα) βρίσκονται αρχαιολογικά κατάλοιπα, κυρίως λίθινα εργαλεία, είτε στην αρχική τους θέση (υπαίθριοι καταυλισμοί) είτα παρασυρμένα από τα νερά στις αρχαίες χοχλακιές (λιθώνες) ανάμεσα στα άλλα χαλίκια" (Α.Ζώης, "Μαθήματα Αρχαιολογίας",σελίς 27).

Ας δούμε όμως πλησιέστερα τον ελληνικό χώρο, τον χώρο τον οποίο οι γεωλόγοι ονόμασαν Αγαιϊδα. Εγώ θα τον αποκαλούσα "Ούρεα", χρησιμοποιώνται τα πανάρχαια χαρακτηριστικά της πρώτης γης, που ανήλθε στο φως του Ηλίου. 




Ο ελληνικός χώρος έχει έκτοτε μορφή ορεινής μορφολογίας, μοναδικής σε πυκνότητα εν σχέση προς την συνολική του έκταση. Αν ξεκινήσει κανείς να περιγράφει από την Πίνδο, "ένθα Δωδώνη Ελλοπίης", τον ευρύτερο χώρο στον οποίο αρχικώς εξαπλώθηκε η ελληνική γλώσσα, θα μείνει έκπληκτος από τους μεγάλους και μικρούς κυματισμούς του φλοιού της γης, οι οποίοι ως αγκάλες έκλειναν τα πανάρχαια χρόνια την μεγάλη λίμνη. 

Δεν είναι δε ίσως τολμηρό να τονίσω, ότι η εξαφάνιση της λίμνης αυτής σημειώνει και την αρχή της παρακμής του μεγάλου δημιουργού της ελληνικής γλώσσας και του ανεπανάληπτου προ του Δευκαλίωνος πολιτισμού: του ελ-λού- π-ελ- ασγού -ελ -ληνος. 

Αυτή όμως η δωρεά της φύσεως δεν σταματούσε εδώ, ούτε στους σχηματισμούς και άλλων επίσης σπουδαίων λιμνών.

Ξεκινώντας από τα όρια του πάλλευκου χιονιού κατέβαινε προς την θάλασσα σχηματίζοντας φαράγγια, οροπέδια, πλαγιές, σπήλαια, χειμάρρους, κοιλάδες, ποτάμια, πεδιάδες, για να φτάσει πίπτοντας ή ομαλά στις ακτές με τους απόκρημνους βράχους, τα μυριοσχέδια βότσαλα ή στους αμμουδερούς δαντελωτούς αιγιαλούς. 

Και από τους αιγιαλούς ξεκινούσε τώρα ένας υδάτινος μανδύας με αργυρόχρωμες, πράσινες, ρόδινες, μπλε, χρυσαφιές και άλλες αμέτρητες αποχρώσεις, μαρμαρυγές στο φως του ηλίου και του κυανοροδίνου ουρανού, ο οποίος έφθανε και ενέδυε τα νησιά του οίνοπος πόντου με θεσπέσια πέπλα. 

Και όμως μέσα από αυτά τα πέπλα ξεσπούσαν οι θυμοί του Εγκέλαδου, οι οποίοι απειλούσαν με καταποντισμούς την χώρα των θεών. 

Και σε αυτά τα θεοβάδιστα βουνά τα κωνοφόρα, οι οξιές, οι καστανιές, οι βελανιδιές, η φηγός και πιο κάτω οι δάφνες, οι κουμαριές, οι μυρτιές, τα πλατάνια, τα ρόμπολα, οι λεύκες, οι αγριελιές, οι συκιές, για να φθάσουμε στους κάμπους (στην άρουρα), που επάνω τους φύτρωναν στάρια (πυροί) και κριθάρια άσπαρτα και ανήροτα και ακόμη η άμπελος με τους καρπούς της, οι οποίοι έδωσαν στον πολύχαρο Διόνυσο, τον υιό του Διός, την έμπνευση της δημιουργίας του οίνου. Και τέλος γέμισαν τα βουνά και οι κάμποι αγριολούλουδα και φαρμακευτικά βότανα. 

Εδώ σ'αυτήν την πανάρχαια ελληνική γη, φυτρώνουν τα 4/6 των φαρμακευτικών βοτάνων όλης της γης. 

Και σε αυτήν την γη βρήκαν τροφή και συνθήκες κατάλληλες για να ζήσουν αρχικά δεινοθήρια και ελέφαντες, ρινόκεροι και λέοντες, καμηλοπαρδάλεις, ύαινες, πίθηκοι, αντιλόπες, αρκούδες, ελάφια, βόδια, αίγες, πρόβατα, άλογα, χοίροι, φίδια, σκυλιά, πουλιά, έντομα, που πολλών εξ αυτών τα απολιθώματα βρέθηκαν στο Πικέρμι, την Μεγαλόπολη, την Κρήτη, την Ρόδο, την Θεσσαλία, τα Γρεβενά, την Δράμα, τα Άγραφα, την Ήπειρο, την Βοιωτία, κ.α.

Μέσα σε αυτήν την ανεπανάληπτη ποικιλομορφία, μέσα σε αυτό το μοναδικό εδαφικό ανάγλυφο οι μεγάλες περιοχές κωνοφόρων παρήγαν τεράστιες ποσότητες οξυγόνου (άριστο στοιχείο πνευματικής αναπτύξεως), μέσα σε μια φύση η οποία δονούσε συνεχώς την ατμόσφαιρα με αντάρες, εκρήξεις ηφαιστείων, ορυμαγδούς καταρρακτών και χειμάρρων, οι οποίοι αφού περάσουν εκατοντάδες εμπόδια, με φωνή λέοντος, ξεσπούν στην άρουρα, για να καταλήξουν στην θάλασσα. 




Αλλά και οι άνεμοι άλλοτε σαν αύρες, άλλοτε ως ριπαίοι και άλλοτε ως μέγας βορέας, όταν κατέρχονταν εκ των ορέων και έσειαν τα δάση, αντηχούσαν στα σπήλαια και τις χαράδρες και ξεσήκωναν τεράστια κύματα στην θάλασσα ή έπαιζαν με τα βότσαλα της ακτής, προκαλούσαν ασφαλώς φοβερά οπτικά και ηχητικά ερεθίσματα στον εγκέφαλο του ελλού κύκλωπος και μετά πελασγού κατοίκου του πανάρχαιου ελληνικού πέριξ της λίμνης χώρου. (Πελασγιώτας αποκαλεί ο Στράβων τους εν Θεσσαλία Έλληνες,"Γεωγραφικά" 447).

Ανέφερα μεταξύ των οπτικών και ηχητικών δονήσεων τις εκρήξεις των ηφαιστείων. Είχε όμως ο ελληνικός χώρος τόσα πολλά ηφαίστεια;

"Τα σπουδαιότερα ελληνικά ηφαίστεια, Αιγίνης, Μεθάνων, Πόρου, Μήλου, Κιμώλου, Πολυαίγου, Φολεγάνδρου, Θήρας, Νισύρου και Κώ, σχηματίζουν ένα ηφαιστειακό τόξο, που εκτείνεται στα νότια κράσπεδα μιας καταποντισμένης ξηράς. 

Τα βαθειά ρήγματα στο βόρειο Αιγαίο δημιούργησαν τα ηφαίστεια της Τρωάδος, της Μυτιλήνης, ίσως και της Χίου, που βρίσκονται στον ίδιον ηφαιστειακό άξονα. Τέλος τα ηφαίστεια του Οξυλίθου (Κύμης), της Λίμνου, της Ίμβρου, της Σαμοθράκης και των Φερρών της Θράκης σχηματίζουν ένα άλλο τόξο παράλληλο προς το ηφαιστειακό τόξο του νοτίου Αιγαίου. 

Όλα αυτά τα ηφαίστεια υπήρξαν εργαστήρια κατασκευής πολυτίμων ορυκτών πρώτων υλών, που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος από την προϊστορία. 

Το σπουδαιότερο από ιστορική άποψη ηφαίστειο της Ελλάδος και ίσως και το πιο ενδιαφέρον ηφαιστειακό κέντρο του κόσμου είναι το ηφαίστειο της Σαντορίνης... 

Το 1500 πχ περίπου, το νησί ανατινάχθηκε σχεδόν ολόκληρο και η ηφαιστειακή τέφρα έφθασε ως την Κρήτη και την Σικελία". (Ι.Μελέντης,ως άνω).





Την παρέκβαση αυτή θεώρησα επίσης αναγκαία, διότι στον Ηρόδοτο ("Πολύμνια"70) περιέχονται πληροφορίες, διασωθείσες δια των παραδόσεων, για δύο ολοσχερείς καταστροφές της Κρήτης. 

Η πρώτη επέρχεται επί της εποχής του Δαιδάλου, όταν οι Κρήτες εκστρατεύουν στην Σικελία "στόλω μεγάλω".

Τότε οι διασωθέντες εκ του "μεγάλου χειμώνως" (εκ της σφοδρής θαλασσοταραχής) δεν επιστρέφουν στην Κρήτη. 

Η δεύτερη συνέβη μετά τα Τρωικά, οπότε η Κρήτη πάλι ερημώθηκε. 

Οι Κρήτες τότε επιστρέφουν. Η ιστορική αυτή αποκάλυψη των δύο καταστροφών οι οποίες ερήμωσαν την Κρήτη, θα έπρεπε να μας είχε οδηγήσει σε σοβαρά για τον ελληνικό χώρο συμπεράσματα, όταν μάλιστα για την δεύτερη αυτή καταστροφή της Κρήτης ο αείμνηστος καθηγητής Σπυρίδων Μαρινάτος (Ιστ. Ελλ. Έθνους, τ.Ά,σελ.212-221) αποκαλύπτει, ότι συντελέσθη πράγματι το 1500-1450 πχ και η Κρήτη κατερειπώθη. Η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας κατά τον Σ.Μαρινάτο, πρέπει να ήταν 4 φορές μεγαλύτερη από από την έκρηξη του Κρακατάου της Ιάβας (1883). 

Είναι συγκλονιστική η ανάγνωση των σελίδων 214-215 της εν λόγω "Ιστορίας" της "Εκδοτικής Αθηνών".

Κλείνοντας το πρώτο κεφάλαιο της ιστορίας γενέσεως της ελληνικής γλώσσας θέλησα να τονίσω την τεράστια σημασία του φυσικού και γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου γεννήθηκε ο πελασγός, όπως ο Σάμιος ποιητής Άσιος έλεγε:

"Αντίθεον δε Πελασγόν εν υψικόμοισιν όρεσσι

γαία μέλαιν΄ ανέδωκεν, ίνα θνητών γένος είη".

Ήταν φυσικό επακόλουθο στην φάση αυτή ο άγλωσσος ακόμη άνθρωπος, του οποίου μοναδικό εν μέρει πλεονέκτημα ήταν η νόηση και η έμφυτη ισχυρή του μνήμη, να προχωρήσει, μιμούμενος τα οπτικά και ηχητικά ερεθίσματα, τα οποία επανελαμβάνοντο και απομνημονεύοντο από όλους της αυτής ομάδος, στην επίτευξη συνεννοήσεως και επομένως συνεργασίας και δια αυτής, στην είσοδό του στον πολιτισμό. 

Και ο ελληνικός χώρος εξεταζόμενος αυστηρά έχει μια μοναδικότητα, η οποία τον διακρίνει από όλες τις άλλες περιοχές της γης.

Η ελληνική πάλι γλώσσα, είναι γέννημα και ανάθρεμμα αυτού του χώρου. Ουδείς νομιμοποιείται να στρεβλώνει, με όσους τίτλους σπουδών και αν διαθέτει, αυτήν την πραγματικότητα.

Δεύτερο στοιχείο σημαντικότατο, το οποίο προέκυψε από την ανάγνωση των γραμμάτων των αναλυομένων λέξεων, είναι η χρονολόγηση κατά κάποιο πλησιάζοντα προς την αλήθεια τρόπο, της ιστορικής παρουσίας του μεγάλου προ της επί Δευκαλίωνος καταστροφής πολιτισμού. 

Η ανάμνηση της μεγάλης, ως πέλαγος, λίμνης της Θεσσαλίας και της εκροής αυτής στο Αιγαίο διασωζόμενη σε πολλές λέξεις της γλώσσας, δια της οποίας εγράφησαν τα Ομηρικά έπη και ο Ησιόδειος κύκλος, αλλά και στις παραδόσεις οι οποίες διεσώθησαν επίσης δια των ιστορικών και των φιλοσόφων των κλασσικών χρόνων, θα έπρεπε να μας έχει πείσει ότι οι δύο μεγάλες καταστροφές, οι οποίες καθορίζουν όρια πολιτισμών με κύριο αποδεικτικό υλικό της υπάρξεως των αντίστοιχη ανάπτυξη γλώσσας, είναι πλέον δυνατόν να χρονολογηθούν, ώστε να παύσει η στρέβλωση της αλήθειας και να αποκατασταθεί το ελλείπον κενό της ιστορίας των κατοίκων του ελληνικού χώρου.

[Συνεχίζεται...]


"Ολόκληρη η σειρά αναρτήσεων, βασίζεται στο ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΑΥΘΕΝΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΟ έργο του ΗΛΙΑ ΤΣΑΤΣΟΜΟΙΡΟΥ, με τίτλο "ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΕΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ - Η ΑΠΟΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ".


-ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΙΣ ΑΠΟΜΙΜΗΣΕΙΣ!









Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2021

Ιδού η Αρχαία Θεσσαλονίκη - Έτσι ήταν το κέντρο της κατά την αρχαιότητα

 

Εικονική περιήγηση στο Γαλεριανό Συγκρότημα: Πώς ήταν η Καμάρα, η Ροτόντα, το Ανάκτορο και ο Ιππόδρομος τον 4ο-7ο αι. μ.Χ.

Το γνωρίζατε ότι η Καμάρα (Αψίδα του Γαλερίου) είχε οκτώ συνολικά πεσσούς, ότι η Ροτόντα ήταν ναός αφιερωμένος στην αρχαία θρησκεία, και ότι τον 4ο-6ο αιώνα μ.Χ. λειτουργούσε Ιππόδρομος που ξεκινούσε από το ύψος της Εγνατίας και έφθανε έως τη θάλασσα;

Τα παραπάνω κτίσματα, και πλήθος άλλων όπως το Ανάκτορο, το Οκτάγωνο, η Βασιλική και η Αψιδωτή Αίθουσα αποτελούσαν μέρος του μεγαλειώδους Γαλεριανού Συγκροτήματος, του «παλατιού» του τετράρχη Γαλερίου (260-311 μΧ), ο οποίος είχε ως «έδρα» του τη Θεσσαλονίκη, μεταμορφώνοντάς την σε μια από τις σημαντικότερες αυτοκρατορικές πόλεις της ύστερης ρωμαϊκής εποχής.

Το ανεξίθρησκο περιβάλλον της ευημερούσας ελληνιστικής και ρωμαϊκής «ελεύθερης πόλης» της Θεσσαλονίκης υπήρξε το σημείο συνάντησης διαφορετικών θρησκειών: στη λατρεία του Δωδεκάθεου, των Καβείρων, των αιγυπτιακής προέλευσης θεοτήτων (Σέραπις και Ίσις) και του Γιάχβε των Εβραίων, προστέθηκε το 52 μ.Χ. και ο χριστιανισμός, μια ανερχόμενη θρησκεία της Ανατολής.

Η επεισοδιακή άφιξη του Αποστόλου Παύλου στη Θεσσαλονίκη και η ίδρυση της «Χρυσής Πύλης», της δεύτερης χριστιανικής εκκλησίας στον ευρωπαϊκό χώρο, σηματοδοτεί την έναρξη μια νέας εποχής για την πόλη, όπου ο χριστιανισμός θα κερδίζει σταδιακά έδαφος σε βάρος των παραδοσιακών εθνικών θρησκειών. Λατρεύοντας, αρχικά, τη νέα τους θρησκεία στις περίφημες πολυδαίδαλες κατακόμβες της πόλης, οι πρώτοι Θεσσαλονικείς χριστιανοί υπέστησαν τους διωγμούς της Ρωμαϊκής διοίκησης, την περίοδο μάλιστα που η Θεσσαλονίκη γνώρισε τη μεγαλύτερη της ακμή, όπως φαίνεται από τα μεγαλοπρεπή αρχιτεκτονικά απομεινάρια (Ροτόντα, ανάκτορα του Γαλέριου, Καμάρα, Αρχαία Αγορά, κ.α.).

Αν και δεν υπήρξε ποτέ αυτοκρατορική πρωτεύουσα η «Νύφη του Θερμαϊκού» χρησίμευσε δυο φορές ως προσωρινή έδρα δυο Ρωμαίων Αυτοκρατόρων: του Γαλέριου και του Θεοδόσιου. Ήταν μια εποχή που οι Χριστιανοί κάτοικοι της πόλης υπέφεραν τα πάνδεινα. Αυτή ήταν και η περίπτωση του νεαρού Δημήτριου, γόνου αριστοκρατικής οικογένειας, που θανατώθηκε μαρτυρικά στα ρωμαϊκά λουτρά σε ηλικία μόλις 23 ετών (26 Οκτωβρίου 303). Από τότε η Θεσσαλονίκη έγινε κέντρο της λατρείας του «μυροβλήτη» Άγιου Δημήτριου, που θεωρήθηκε πολιούχος και προστάτης της πόλης. H επικράτηση του Χριστιανισμού και η μεταφορά της Αυτοκρατορικής πρωτεύουσας από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη (330 μ.Χ.) κατέστησαν αυτομάτως τη Θεσσαλονίκη «συμβασιλεύουσα» και κέντρο της χριστιανοσύνης για περισσότερο από 12 αιώνες.

Το 390 μ.Χ. οι Θεσσαλονικείς ξεσηκώθηκαν κατά της Γοτθικής φρουράς, που υπό την αρχηγία του Βουτέριχου είχε εγκαταστήσει ο Θεοδόσιος στην πόλη. Η πράξη αυτή προκάλεσε την οργή του Ρωμαίου Αυτοκράτορα, που διέταξε την εν ψυχρώ σφαγή 7.000(!) Θεσσαλονικέων μέσα στον Ιππόδρομο της πόλης, γεγονός για το οποίο ο Θεοδόσιος αναθεματίστηκε από τον Πατριάρχη. Ως πράξη εξιλέωσης και αφού βαπτίστηκε και ο ίδιος χριστιανός, ο Θεοδόσιος έδωσε διαταγή να μετατραπεί η Ροτόντα, ο μέχρι τότε ναός των Καβείρων, σε χριστιανική εκκλησία με την ονομασία «Ναός των Ασωμάτων».

Γαλεριανό συγκρότημα: Πομπική οδός και κύρια λεωφόρος

Με τη βοήθεια της τεχνολογίας, και μετά από μακρόχρονη επιστημονική μελέτη, η ΙΣΤ” Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων πραγματοποίησε μια ψηφιακή απεικόνιση του μνημείου, η οποία παρουσιάζεται από σήμερα, 1η Νοεμβρίου, στην αίθουσα πολυμέσων της Εφορείας Αρχαιοτήτων, που βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Δημ. Γούναρη και Αλ. Σβώλου.

Παράλληλα, κυκλοφορεί και ένας οδηγός τσέπης, ο οποίος παρουσιάζει τη συνοικία του ανακτόρου, και δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να κατανοήσει τη μορφή των κτηρίων στην εποχή της λειτουργίας τους (4ο-7ο αιώνα μΧ), καθώς και να αποκτήσει μια πληρέστερη εικόνα της Νοτιοανατολικής περιοχής της αρχαίας Θεσσαλονίκης

Εικονική περιήγηση στο Γαλεριανό Συγκρότημα

Το Γαλεριανό Συγκρότημα είναι αποτέλεσμα του φιλόδοξου οικοδομικού προγράμματος του Γαλερίου, και συνδέεται με την τελευταία περίοδο ακμής της αρχαίας πόλης της Θεσσαλονίκης, όταν ο τετράρχης την όρισε ως έδρα του, αναγνωρίζοντας τη δυναμική της και ενισχύοντας τον ρόλο της ως σταυροδρόμι πολιτισμών και κέντρο ανάπτυξης όλης της περιοχής.

Η ανέγερση των ανακτόρων στη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε στο τέλος του 3ου μΧ αιώνα, μετά τη νίκη του Γαλερίου επί του βασιλιά των Περσών Ναρσή στην Αρμενία το 298 μΧ. Το Γαλεριανό Συγκρότημα κτίσθηκε στις παρυφές της πόλης, δίπλα στο ανατολικό τείχος. Προς το Νότο εκτεινόταν σχεδόν μέχρι τη θάλασσα (οδός Μητροπόλεως), ενώ το δυτικό του όριο θεωρείται πως ήταν στην οδό Απελλού.

Το ανάκτορο αποτελούνταν από δύο οικοδομικά σύνολα, συνδετικός κρίκος των οποίων είναι η Αψίδα του Γαλερίου. Στο βόρειο τμήμα του βρίσκεται η Ροτόντα, ενώ νότιά της βρίσκεται η Αψιδωτή Αίθουσα (οικοδομικά κατάλοιπα επί του πεζόδρομου Δ.Γούναρη, τμήμα μεταξύ των οδών Αλ.Σβώλου και Ι.Μιχαήλ) και τα οικοδομήματα του αρχαιολογικού χώρου της πλατείας Ναυαρίνου (Βασιλική, κεντρική κτηριακή ενότητα, διώροφο κτήριο, λουτρά, Οκτάγωνο).

Λουτρά του Ανακτόρου

Η Ροτόντα

Η Ροτόντα ήταν κατά την τετραρχική περίοδο ναός αφιερωμένος στην αρχαία θρησκεία, ενώ κατά την παλαιοχριστιανική εποχή (4ος έως αρχές του 6ου αι. μΧ) μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στους Ασώματους ή Αρχάγγελους.

Η Ροτόντα σήμερα και την εποχή κατασκευής της

Η Αψίδα του Γαλερίου

Νότια της Ροτόντας υπήρχε θριαμβική Αψίδα (η γνωστή σήμερα Καμάρα), η οποία κτίσθηκε μεταξύ του 298 και του 305 μΧ, σε ανάμνηση της εκστρατείας και της νίκης του Γαλερίου κατά των Περσών.

Η Αψίδα του Γαλερίου σήμερα και η ψηφιακή απεικόνισή της

Το οικοδόμημα στην τελική του μορφή αποτελούνταν από οκτώ πεσσούς, διατεταγμένους ανά τέσσερις σε δύο παράλληλες σειρές. Σήμερα σώζονται μόνο τρεις πεσσοί, οι οποίοι φέρουν ανάγλυφες παραστάσεις που απεικονίζουν τις νικηφόρες εκστρατείες των Ρωμαίων κατά των Περσών το 297, καθώς και συμβολικές εικόνες που προπαγανδίζουν τη στρατιωτική δύναμη του Γαλερίου και την ισχύ της τετραρχίας

Η Αψιδωτή Αίθουσα

Πρόκεται για πιθανόν το τελευταίο προς βορρά κτήριο του ανακτόρου. Ήταν κτισμένη σε έναν νοητό άξονα με κατεύθυνση βορρά-νότου, ενώ τα ερείπια του κτηρίου είναι ορατά στο ανατολικό τμήμα του αρχαιολογικού χώρου της πλατείας Ναυαρίνου.

Σύμφωνα με νεώτερες απόψεις, η Αψιδωτή Αίθουσα ήταν τρικλίνιο, χρησιμοποιούνταν δηλαδή για τη διοργάνωση συμποσίων και άλλων τελετών που συνδέονταν με την παρουσία του αυτοκράτορα και της ακολουθίας του στον ιππόδρομο.

Η Βασιλική

Η Βασιλική ήταν ένα μεγαλοπρεπές κτήριο, το οποίο λειτουργούσε ως αίθουσα υποδοχής και ακροάσεων. Από το συνολικό οικοδόμημα είναι σήμερα ορατή μόνο η δυτική τοιχοποιία και το μεγαλύτερο τμήμα της αψίδας, ενώ το υπόλοιπο κτίσμα είναι θαμμένο κάτω από τον πεζόδρομο της πλατείας Ναυαρίνου και της οδού Γούναρη.

Το Οκτάγωνο

Το Οκτάγωνο αποτελεί, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, ένα από τα κυριότερα οικοδομήματα του συγκροτήματος. Σύμφωνα με την επικρατέστερη ιστορική έρευνα, προοριζόταν για αίθουσα ακροάσεων ή αίθουσα θρόνου των ανακτόρων, ενώ αργότερα λειτούργησε και ως χριστιανικός ναός.

Το Οκτάγωνο σήμερα και όπως ήταν

Ήδη οι χριστιανικές εκκλησίες είχαν αρχίσει να ξεφυτρώνουν στην πόλη, οι περισσότερες μάλιστα κτισμένες πάνω στα ερείπια των αρχαίων παγανιστικών ναών (η Αχειροποίητος κτίστηκε στα θεμέλια του ναού της Αφροδίτης). Από εκείνη την περίοδο διατηρούνται ως τις μέρες μας ο Άγιος Δημήτριος, η Αγία Σοφία, η Αχειροποίητος και ο Όσιος Δαβίδ…

Η καταστροφή του Οκταγώνου τοποθετείται τον 7ο αιώνα μΧ, εποχή που η Θεσσαλονίκη συγκλονίζεται από ισχυρούς σεισμούς, που κατέστρεψαν τα περισσότερα κτήριά της. Μετά την καταστροφή του κτίσματος, ο προθάλαμός του μετατράπηκε σε δεξαμενή, η οποία λειτούργησε μέχρι τον 14ο αιώνα.

Αψιδωτή αίθουσα των Ανακτόρων

Ο Ιππόδρομος

Κατά τους χρόνους της Τετραρχίας, ο Ιππόδρομος ήταν ένα από τα πιο σημαντικά δημόσια οικοδομήματα, καθώς, εκτός από τους αγώνες που διεξάγονταν σε αυτόν, αποτελούσε έναν κατ” εξοχή πολιτικό χώρο, όπου ο λαός επικοινωνούσε με τον αυτοκράτορα και εξέφραζε τη βούλησή του.

Ο Ιππόδρομος κατασκευάστηκε στις αρχές του 4ου αι. μΧ, ενώ, σύμφωνα με τις γραπτές πηγές, συνέχισε να λειτουργεί τουλάχιστον μέχρι τον 6ο αιώνα. Τα ερείπια του Ιπποδρόμου σώζονται αποσπασματικά, ανατολικά της εκκλησίας της Νέας Παναγίας (πλατεία Φαναριωτών), καθώς και στον ακάλυπτο χώρο των οικοδομικών τετραγώνων της πλατείας Ιπποδρομίου και των οδών Γούναρη, Φιλικής Εταιρείας και Αγαπηνού.

Η μελέτη για την τρισδιάσταση ψηφιακή απεικόνιση του Γαλεριανού Συγκροτήματος εκπονήθηκε από την ομάδα των αρχιτεκτόνων της ΙΣΤ Εφορείας Αρχαιοτήτων Φ.Αθανασίου, Β.Μάλαμα, Μ.Μίζα και Μ.Σαραντίδου, στο πλαίσιο των εργασιών αποκατάστασης του μνημείου.

Οι εικόνες της ψηφιακής αναπαράστασης και το αντίστοιχο βίντεο υλοποιήθηκαν από τον αρχιτέκτονα Φώτη Τσακμάκη, ενώ όλο το έργο πραγματοποιήθηκε με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ.