Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2021

Αθάνατη Ελλάδα

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, άτομα που στέκονται και άτομα που χορεύουν
 
Σε μια μικρή πόλη, στις ακραίες παρυφές τού τότε πολιτισμένου και κατασταλαγμένου κόσμου, μια καινούρια, παράξενη δύναμη άρχισε να έρχεται στο φως.
Κάτι είχε ξυπνήσει μέσα στο νου των ανθρώπων πού ζούσαν εκεί κι αυτό το κάτι θα ’μενε πια γραμμένο στην μορφή του κόσμου ολόκληρου, κι ούτε οι αιώνες ούτε οι αλλαγές πού φέρνει η ιστορία θα είχαν τη δύναμη να σβήσουν τα βαθιά του σημάδια.
Αν είμαστε σήμερα διαφορετικοί, κι αν νιώθουμε διαφορετικά, το χρωστάμε σ’ ότι δημιουργούσε επί ένα δυο αιώνες εκείνη η μικρή πολιτεία, —- πάνε δυο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια τώρα.
Ήτανε κρίσιμη η στιγμή.
Πολιτισμοί παλιοί, ισχυροί, είχανε εκλείψει και χαθεί, κι η σκιά τς άγνοιας πλανιότανε πάνω απ’ τη γη. ο κόσμος πορευότανε ξανά προς μια εποχή άγρια, και σκοτεινή, και βάρβαρη…
Κι όμως στο κέντρο αυτής τής σκοτεινιάς, μια μικρή Εστία πνευματική φούντωνε σιγά σιγά και σπίθιζε: στην πόλη των ’Αθηνών ένας καινούριος πολιτισμός γεννιότανε, πού η Ανθρωπότητα ως τότε δεν είχε ξαναδεί.
Πώς έγινε αυτό;
Έχει σημασία για μας να το γνωρίσουμε.
Αυτό πού ανακάλυψαν οι Έλληνες, κι ο τρόπος με τον όποιο το ανακάλυψαν, κι ο τρόπος με τον όποιο έφεραν στο φως έναν καινούριο κόσμο μέσα από τα χαλάσματα ενός παλιού πού μόλις είχε γκρεμιστεί, μπορεί να είναι χρήσιμο και σέ μας πού είδαμε χτες έναν ολόκληρο κόσμο να καταρρέει μέσα σε δυο δεκαετίες.
Πραγματικά.
Στο χάος και στη σύγχυση τού σύγχρονου καιρού μας αξίζει να μελετήσουμε πολύ σοβαρά πώς οι Έλληνες κατόρθωσαν να πετύχουν μια τέτοια διαύγεια στη σκέψη τους και μια τέτοια σταθερή τελείωση της τέχνης πού δημιούργησαν.
Άλλες είναι βέβαια οι συνθήκες πού τότε αντιμετώπιζαν, μα πρέπει πάντα να έχουμε στο νου πώς όσο κι αν αλλάζει το φλούδι τής ζωής η ουσία της μένει ίδια και πώς ένα είναι το βιβλίο πού πρέπει να διαβάζουμε αν θέλουμε σωστά ν’ αποφοιτήσουμε απ’ το σχολείο τής ανθρώπινης εμπειρίας: ο Άνθρωπος.
Τα μεγάλα βιβλία, παλιά και σημερινά, δεν είναι παρά το απόσταγμα τής γνώσης τής ανθρώπινης καρδιάς, και τα μεγάλα έργα δεν είναι παρά η επίτευξη μιας ισορροπίας στη σύγκρουση ανάμεσα στις επιταγές τού εξωτερικού και τού εσωτερικού μας κόσμου.
Κρίμα.
Απ’ όσα έφτιαξαν οι Έλληνες λίγα έχουν φτάσει ως εμάς και δεν έχουμε τρόπο να εξακριβώσουμε αν είναι κιόλας ότι καλύτερο είχαν δημιουργήσει. Στους μεγάλους σπασμούς τής ιστορίας οπού επικρατεί μονάχα ο νόμος τού Δυνατού δεν υπάρχει κι άλλος ένας νόμος να πού διασφαλίζει την επιβίωση τού ωραίου.
Μα όσα λίγα διατήρησαν για χάρη μας οι ιδιοτροπίες των καιρών και οι συντυχιές των περιστάσεων μοιάζει να δίνουν το μέτρο τής υψηλότερης στάθμης στην οποία είναι δυνατόν ποτέ να αναχθεί το κάθε τι πού άγγιξε ο Ελληνικός πολιτισμός.
Την γλυπτική τους, τίποτα δεν την συναγωνίζεται.
Την αρχιτεκτονική τους, κανένας δεν την ξεπέρασε.
Την γραμματεία τους, ποιος θα την φτάσει;
Τί έχει απομείνει απ’ όλον τούτο τον τεράστιο αισθητικό πλούτο;
Γκρεμίστηκαν τα κτίρια, παραμορφώθηκαν τα Αγάλματα, έσβησαν οι ζωγραφιές κι απ’ τα γραφτά λίγα έχουν σωθεί.
Κι όμως. Πάνω σ’ αυτά τα συντρίμμια των όσων προ υπήρξανε, ο κόσμος έμαθε να κτίζει, γιατί επί δύο χιλιάδες χρόνια δεν είχε τίποτα καλύτερο. Τούτα τα λιγοστά κατάλοιπα της πανώριας Ελληνικής οικοδομής στάθηκαν έμπνευση και πρόκληση στον άνθρωπο κι είναι ακόμα ότι πιο πολύτιμο κατέχει ο Δυτικός πολιτισμός.
‘Ότι έφτιαξαν οι Έλληνες το έχει υιοθετήσει πια ολόκληρη η άνθρωπότης, και δεν υπάρχει σήμερα κανένας πού να αρνείται στο Ελληνικό πνεύμα την πλήρη δικαίωσή του.
Εκείνο όμως πού δεν είναι τόσο γνωστό και πού συχνά παραγνωρίζουμε, είναι οι αιτίες πού οδήγησαν σ’ αυτές τις επιτεύξεις. Συνηθίσαμε, στον καιρό μας, να μιλάμε για το Ελληνικό θαύμα και να θεωρούμε την ξαφνική άνθιση τού Ελληνικού πνεύματος σαν κάτι πού δεν έχει ρίζες πουθενά και πού δεν μπορούμε να το αποδώσουμε σε καμιάν αίτια. οι ανθρωπολόγοι μάλιστα προσπαθούνε να μας μεταφέρουνε με το στανιό πίσω σέ κείνα τ’ άγρια δάση οπού έχει την προέλευσή του κάθε τι το ανθρώπινο και να μας πείσουν πώς εκεί γεννήθηκε και κάθε τι το Ελληνικό.
Μ’ άλλο είναι ο σπόρος και άλλο το λουλούδι.
Η τραγωδία, λένε, τι άλλο είναι παρά συνέχεια πρωτόγονων ιεροτελεστιών χαμένων στα βάθη των αιώνων; Μα να είναι τάχα μόνον αυτό; Κανένας ως τώρα δεν πρόσφερε μίαν ιστορική γεφύρωση ανάμεσα σ’ εκείνες τις άγριες τελετές και στο συγκροτημένο οικοδόμημα τής πραγματικής Ελληνικής Τραγωδίας, ενώ υπάρχει αυτή η γέφυρα, και υπάρχει και η ερμηνεία. ’Αποφεύγουμε απλώς την ευθύνη παρουσιάζοντας την Τραγωδία σαν ένα θαύμα απρόσμενο. Η πνευματική και αισθητική δραστηριότης πού μέσα σ’ ελάχιστα χρόνια έκανε την ’Αττική εποχή να μην συγκρίνεται με καμιάν άλλη εποχή στην ιστορία δεν είναι ανεξήγητη…
Σήμερα όλοι συμφωνούμε πώς η Ελλάδα ανήκει στον κόσμο τον Αρχαίο. Κάθε φορά πού ο ιστορικός πάει να τραβήξει μια γραμμή ανάμεσα στον κόσμο τον παλιό και τον κόσμο τον καινούριο, τοποθετεί τούς «Έλληνες στον κόσμο τον παλιό, γιατί εκεί, λέει, ανήκουν.
Κι εκεί βέβαια ανήκουν χρονικά, αλλά, μονάχα από πλευράς αριθμήσεως τον αιώνων. Αν κοιτάξουμε βαθύτερα μέσα στον καθρέφτη του καιρού θα δούμε ευθύς τη διαφορά.
Αυτός ο «αρχαίος κόσμος» αλήθεια,—ως το σημείο, φυσικά, πού μπορούμε να τον αναπλάσουν —έχει παντού τα ίδια χαρακτηριστικά. στην Αίγυπτο, στην Κρήτη, στην Μεσοποταμία, όσο μπορούμε να μαντέψουμε απ’ τα θρύψαλα, ίδιες ήταν οι συνθήκες τής ζωής.
Ένας μονάρχης, δεσποτικός, πού κυβερνούσε το λαό του σύμφωνα με τα κέφια του και τα κρυφά του πάθη. «Ένας λαός κατατρεγμένος, υποταγμένος, εξαθλιωμένος. και μια μεγάλη ιερατική ομάδα προνομιούχων πού χειρίζεται αποκλειστικά κάθε τι με το πνεύμα και τη σκέψη.
Αυτός είναι ο τύπος ενός κράτους πού ακόμα και σήμερα ονομάζουμε Ασιατικό. Διατηρήθηκε μέσα στους αιώνες χωρίς να χάση κανένα από τα χαρακτηριστικά του, και μονάχα στα τελευταία χρόνια παρουσιάζει, τουλάχιστον εξωτερικά, δείγματα προσπάθειας να συμμορφωθεί προς τίς επιταγές τού σύγχρονου πολιτισμού.
Μα κατά βάθος η Ανατολή ποτέ της δεν αλλάζει. Από τ’ αρχαία χρόνια ως σήμερα στάθηκε πάντα φοβισμένη και διατακτική σέ κάθε εξέλιξη και σέ κάθε γόνιμη αλλαγή.
Πως να σύνδεσης λοιπόν τούς Έλληνες με μια τέτοια νοοτροπία;
Οι Έλληνες φτιάξανε κάτι εντελώς νέο και πρωτότυπο.
Ήταν οι πρώτοι Δυτικοί, οι δημιουργοί μιας νοοτροπίας πού σήμερα είναι πια η δική μας.
Αυτή ήταν η βασική Ελληνική συνεισφορά κι’ αυτή είναι και σήμερα η θέση τής Ελλάδας στον σύγχρονο κόσμο μας.
Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για την Ρώμη.
Δεν ήταν βέβαια υποταγμένη, η Ρώμη, στο πνεύμα το ανατολικό κι ήταν φορές πού άνθρωποι υπεύθυνοι επαναστατούσαν και θεωρούσαν ανόητους τούς διαλογισμούς των σοφών τής Ανατολής. «Τί έστιν αλήθεια;» ρώτησε με περιφρόνηση ο Πιλάτος.
Αλλά εξίσου απομακρυσμένη ήταν η Ρώμη κι από το πνεύμα. το Ελληνικό. Οι επιστήμες,—τα μαθηματικά, η φιλοσοφία,— η αέναη έρευνα των μυστικών του κόσμου και των τρόπων με τούς όποιους πορεύεται,—σταμάτησαν επι αιώνες όταν η ηγεσία πέρασε από τούς Έλληνες στους Ρωμαίους.
Η δήθεν Ελληνορωμαϊκή «κλασσική παράδοση» στην οποία συχνά αναφερόμαστε και στην, οποία αποδίδουμε τα ίδια χαρακτηριστικά είναι μια ψευδαίσθηση. η Αθήνα και η Ρώμη είχαν ελάχιστα κοινά σημεία μεταξύ τους.
Εκείνο πού διακρίνει τον σύγχρονο κόσμο μας απ’ τον παλιό και πού χωρίζει τη Δύση από την Ανατολή είναι η υπεροχή του νου στις σχέσεις των ανθρώπων, κι αυτό στην Ελλάδα μόνο γεννήθηκε και ανάμεσα στους Έλληνες μόνον διατηρήθηκε, απ’ όλους τούς λαούς τού αρχαίου κόσμου. Σέ μια ανθρωπότητα όπου επικρατούσε ο παραλογισμός, αυτοί ήταν οι πρωτοπόροι τού λόγου, οι πρώτοι αληθινά πνευματικοί άνθρωποι πού φάνηκαν στη γη.
Μας είναι δύσκολο σήμερα να συλλάβουμε τι μεγάλη σημασία είχε αυτή η καινοτομία.
Ο κόσμος μες στον όποιο ζούμε μας φαίνεται κάπως λογικός και καταληπτός, κι έχουμε πια ένα πλήθος συγκεκριμένα στοιχεία για το κάθε τι πού μας τριγυρίζει.
Τώρα πού βρήκαμε τον τρόπο να εντάσσουμε τις τρομακτικές φυσικές δυνάμεις στην εξυπηρέτηση δικών μας σκοπών η κυριότερη προσπάθειά μας είναι να εντείνουμε την επικυριαρχία μας πάνω στον υλικό κόσμο.
Δεν πλανιόμαστε πάνω απ’ την γη με τα φτερά τής φαντασίας, ούτε βυθιζόμαστε μέσα στον εσωτερικό μας κόσμο με τα μάτια τής ψυχής. Παρατηρούμε απλώς τι γίνεται γύρω μας και βγάζουμε τα συμπεράσματά μας με το μέσο τής λογικής.
Η δραστηριότης μας είναι κυρίως νοητική. η κοινωνία μέσα την όποια ζούμε είναι μια κοινωνία βασισμένη στη λογική. τα συναισθήματα και τα δράματα έχουν τη θέση τους μονάχα όταν εναρμονίζονται προς τα έλλογο αυτό κοινωνικό μας πλέγμα.
Μα δεν ήταν τέτοιος ο κόσμος μέσα στον οποίο πρωτοβρέθηκαν οι Αρχαίοι Έλληνες. Ακόμα και σήμερα αυτά πού λέμε για τον κόσμο μας εφαρμόζονται μονάχα σ’ ένα περιορισμένο γεωγραφικό χώρο και δεν περιλαμβάνουν τις απέραντες εκτάσεις και τούς απειράριθμους πληθυσμούς τής ’Ανατολής.
Εκεί ισχύει αυτό πού ίσχυε πάντα, η υπεροχή του ψυχικού στοιχείου. Ότι δεν συμβαίνει μέσα στον άνθρωπο θεωρείται ασήμαντο και ανάξιο τής προσοχής των αληθινά σοφών. Η παρατηρητικό της για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας, για τα πραγματικά περιστατικά τού έξω κόσμου, δεν εκτιμάται στην Ανατολή.
Ο κόσμος, λοιπόν, μέσα στον όποιο πρωτοεμφανίστηκε η Ελλάς ήταν ένας κόσμος όπου ο νους είχε την τελευταία θέση. Ότι άξιζε και ότι επικρατούσε ως τότε ήταν το άγνωστο, το απύθμενο, κείνο πού βλέπει μόνο η ψυχή.
Αλλά τον ψυχικό κόσμο δεν τον βλέπει κανένας, ούτε τον ακούει, ούτε τον αγγίζει. τον ζει μονάχα, κι ούτε τον μοιράζεται με τον άλλον. Ίσως οι άγιοι η οι ήρωες να μπορούν να τον αποδώσουνε μ’ ένα λόγο η με ένα τραγούδι, η με μια ζωγραφιά, κι αυτό μονάχα αν είναι οι ίδιοι καλλιτέχνες.
Νους και ψυχή μαζί είναι ότι μας διακρίνουν απ’ τον άλλον κόσμο, τον ζωικό. Αυτά είναι πού δίνουν στον άνθρωπο την δυνατότητα να μάθει την Αλήθεια, μα και να πεθάνει για χάρη της. Δύσκολα χωρίζονται και δύσκολα απομονώνονται, γιατί και τα δυο μαζί είναι εκείνα πού (για να θυμηθούμε τον Πλάτωνα) «δίνουν στο άμορφο μορφή».
 
Edith Hamilton

Ιερά Ελλάς

 

 

THATAKOUTE


Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2021

Δέκα μυστήρια για την αρχαία Ελλάδα τα οποία παραμένουν άλυτα.


Η αρχαία Ελλάδα θεωρείται συχνά η γενέτειρα του δυτικού πολιτισμού. Επίσης φημίζεται για την ίδρυση μερικών από τους παλαιότερους θεσμούς που αφιερώνονται στην απόκτηση γνώσης, ενώ η Αθήνα θεωρείται η γενέτειρα της δημοκρατίας.

Αλλά η χρονική περίοδος μεταξύ αυτής της εποχής και του σύγχρονου κόσμου σημαίνει ότι τα πάντα για αυτήν την περίοδο της αρχαιότητας δεν είναι γνωστά σήμερα.

Παρακάτω θα δείτε δέκα μυστήρια για την αρχαία Ελλάδα τα οποία παραμένουν άλυτα.

10. Τα μυστικά των Μυστηρίων της Ελευσίνας


Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα μυστήρια της αρχαίας Ελλάδας αφορά μια μυστική οργάνωση, το όνομα της οποίας βοήθησε επίσης να ορίσουμε την έννοια του «μυστηρίου» όπως το αντιλαμβανόμαστε σήμερα. Τα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν μια θρησκευτική λατρεία που περιστρεφόταν γύρω από μια σειρά από κρυφές τελετουργίες και τελετές, πολλές από τις οποίες παραμένουν άγνωστες σήμερα.

Ένας από τους λόγους για την έλλειψη γνώσης σχετικά με αυτά, είναι ότι τα Μυστήρια σχεδιάστηκαν για να κρατηθούν μυστικά και απαγορευόταν στους οπαδούς να αποκαλύψουν τις λεπτομέρειες της εσωτερικής λειτουργίας της λατρείας. Επίσης, υπήρχε η φήμη ότι όποιος αποκάλυπτε την αλήθεια για τα μυστήρια, δολοφονούνταν.

9. Η ζωή του Θέσπιδος


Θέσπις είναι το όνομα που δόθηκε στον Αθηναίο του 6ου αιώνα π.Χ. ο οποίος πιστεύεται ότι ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έπαιξε ρόλο σαν να ήταν άλλο πρόσωπο και επομένως θεωρείται από μερικούς ως ο πρώτος ηθοποιός του κόσμου.

Ωστόσο, σχετικά λίγα είναι γνωστά και σίγουρα γι ‘αυτόν, τη ζωή του και την καριέρα του. Ήταν το Θέσπις το πραγματικό του όνομα; Ήταν πραγματικά από την Αθήνα; Και το πιο σημαντικό, υπήρξε ποτέ πραγματικά;

8. Η Τέχνη και Αρχιτεκτονική του Παρθενώνα


Μυστήριο περιβάλλει το πιο εμβληματικό μνημείο της αρχαίας Ελλάδας, σχετικά με την αρχιτεκτονική του, τον σκοπό της κατασκευής του και τον τρόπο. Έχει διεξαχθεί διαρκής συζήτηση σχετικά με το περιεχόμενο της τοιχογραφίας που διακοσμεί το εσωτερικό του Παρθενώνα: Μία από τις θεωρίες είναι ότι μπορεί να είχαν προοριστεί ως αναπαραστάσεις των ανθρώπων που βοήθησαν να χτιστεί. Ο ναός περιέχει επίσης δύο εσωτερικούς θαλάμους, οι μικρότεροι από τους οποίους δεν έχουν ποτέ ξεκαθαρίσει τον σκοπό τους.

7. Οι δημιουργοί της «Αθηναίων Πολιτείας»


«Αθηναίων Πολιτεία» είναι τίτλος που αποδίδεται σε δύο διαφορετικά έγγραφα της αρχαίας Ελλάδας, αρχικά συνδεδεμένα το ένα με τον Ξενοφώντα και τον άλλο με τον Αριστοτέλη. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις, η συγγραφική ταυτότητα αμφισβητήθηκε και εξακολουθεί να συζητείται μέχρι σήμερα.

Ενώ το παλαιότερο από τα δύο κείμενα πιστώθηκε αρχικά στον Ξενοφώντα, θεωρείται πλέον ότι δεν είναι δική του δουλειά, εν μέρει λόγω της πιθανής ημερομηνίας της σύνθεσης του που προηγείται των ώριμων χρόνων της γραφής του. Ο συγγραφέας του έργου περιγράφεται συχνά ως «Ψευδο-Ξενοφών», αλλά η ταυτότητα του ατόμου που έγραψε στην πραγματικότητα το έργο δεν έχει τεκμηριωθεί ποτέ. Το μεταγενέστερο έγγραφο θεωρείται ότι γράφτηκε από τον Αριστοτέλη, αλλά υπήρξε κάποια διαφωνία γι ‘αυτό, λόγω του ότι είναι πολύ διαφορετικό σε ύφος από τα άλλα έργα του.

6. Το έργο του Πυθαγόρα


Ένα από τα πιο διάσημα από όλα τα μαθηματικά θεωρήματα, έχει γίνει γνωστό ως το Πυθαγόρειο Θεώρημα, η ζωή και το έργο του ανθρώπου τόσο στενά συνδεδεμένου με αυτό είναι στην πραγματικότητα πολύ άγνωστη και ασαφής.

Αρκετές πληροφορίες υπάρχουν για το θάνατό του από τον Διογένη, τον Λαέρτιο και τον Ιάμβλιχο. Υπάρχουν δε, δύο εκδοχές. Η πρώτη λέει ότι σκοτώθηκε στον Κρότωνα κατά τη διάρκεια επιδρομής των δημοκρατικών του Κόλωνα κατά της Σχολής του. Κατά τη δεύτερη, πέθανε εξόριστος στο Μεταπόντιο σε ηλικία 80 περίπου χρόνων. Οι περισσότεροι όμως ιστορικοί ισχυρίζονται ότι έζησε 96 χρόνια.

Η προσωπικότητα και το έργο του περιεβλήθησαν τον πέπλο του μυστηρίου και του θρύλου. Είναι βέβαιο όμως ότι επηρέασε βαθιά την ανάπτυξη των επιστημών και της φιλοσοφίας στην Ελλάδα. Ο Πυθαγόρας για τους θαυμαστές του είναι άνθρωπος με υπερφυσικά χαρίσματα ενώ για τους δύσπιστους είναι αγύρτης.

5. Η καταστροφή του αγάλματος του Διός


Το άγαλμα του Δία ήταν ένα από τα θρυλικά Επτά Θαύματα του Κόσμου. Μετά την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων το 393 μ.Χ. ο ναός του Δία στην Ολυμπία παρήκμασε. Το 426 μ.Χ. ο ναός πυρπολήθηκε και το άγαλμα καταστράφηκε ή κατατεμαχίστηκε και λεηλατήθηκε, αν και οι συνθήκες της ενδεχόμενης καταστροφής του είναι σχετικά άγνωστες. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, ο Θεοδόσιος το 390 μ.Χ. το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη.

Εκεί, τοποθετήθηκε μέσα στο Παλάτιον του Λαύσου, ενός Έλληνα Χριστιανού ευνούχου, μαζί με άλλα σπουδαία έργα τέχνης, όπου καταστράφηκε από μεγάλη πυρκαγιά το 475 μ.Χ. παραμένοντας εκεί για περίπου 60 έτη. Ενώ το Ιερόν της Ολυμπίας κατέρρεε από αμέλεια, το άγαλμα αυτό που θεωρούταν ως το μεγαλύτερο έργο της κλασικής γλυπτικής, χανόταν στην περικαλλή Βασιλεύουσα.

4. Η χαμένη Θεωρία της Κωμωδίας του Αριστοτέλη


Το Περί Ποιητικής του Αριστοτέλη είναι ένα σημαντικό κείμενο στην ιστορία της λογοτεχνίας, το παλαιότερο γνωστό έργο για την ανάλυση της τέχνης της γραφής. Ωστόσο, ένα μέρος αυτού του βασικού έργου της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας φαίνεται να παραμένει μυστήριο. Πολλοί μιλούν για την ύπαρξη ενός δεύτερου βιβλίου, το οποίο λέγεται ότι επικεντρώθηκε στην θεωρία της κωμωδίας του Αριστοτέλη, συνοδεύοντας τη θεωρία της τραγωδίας που συζητήθηκε στο πρώτο βιβλίο της Ποιητικής.

Το αν είναι ή όχι υπαρκτό έργο, είναι προϊόν αντιπαράθεσης, καθώς, παρά το γεγονός ότι αναφέρεται σε μια λίστα των έργων του Αριστοτέλη, υπάρχουν λίγα άλλα στοιχεία για την ύπαρξή του. Παρ ‘όλα αυτά, η πιθανότητα ενός τέτοιου χαμένου κειμένου υπήρξε διαρκής πηγή υποθέσεων και μάλιστα εμφανίζεται στο μυθιστόρημα του Umberto Eco «Το όνομα του Ρόδου», στο οποίο η υποτιθέμενη ανακάλυψη αυτού του βιβλίου αποτελεί σημαντικό σημείο αναφοράς.

3. Ο λαβύρινθος του Μινώταυρου


Ένας από τους πιο γνωστούς ελληνικούς μύθους επικεντρώνεται στην ιστορία του Μινώταυρου, του τρομακτικού πλάσματος που ήταν μισός ταύρος και μισός άνθρωπος και κρατούνταν φυλακισμένος μέσα σε ένα λαβύρινθο από τον βασιλιά Μίνωα.

Το παλάτι στην αρχαία πόλη της Κνωσού, θεωρείται ως η πιο πιθανή τοποθεσία για τον λαβύρινθο αν και οι ανασκαφές στο χώρο δεν έχουν αποκαλύψει ακόμα κάτι που να υποστηρίζει αυτή τη θεωρία. Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες σ’ ένα λατομείο κοντά στην πόλη της Γόρτυνας, σε απόσταση 32 χιλιομέτρων από την Κνωσό, δείχνουν αυτήν ως νέα, εναλλακτική τοποθεσία. Η αντιπαράθεση συνεχίζεται καθώς η ακριβής τοποθεσία του λαβυρίνθου παραμένει μυστήριο.

2. Η Τριλογία του Πλάτωνα


Ο μύθος της Ατλαντίδας προέρχεται από το έργο του Πλάτωνα. Αναφέρεται στους διαλόγους του, «Τίμαιος» και «Κριτίας», ως παράδειγμα ενός πολιτισμού σε αντίθεση με αυτόν της Αθήνας, ο οποίος τελικά καταρρέει και καταβυθίζεται κάτω από τα κύματα του Ατλαντικού. Αλλά το μυστήριο παραμένει επειδή αυτά τα έργα, τα οποία αναμενόταν να αποτελέσουν μια τριλογία μετά την ολοκλήρωσή τους, τελικά εγκαταλείφθηκαν.

Ο Πλάτωνας δεν ολοκλήρωσε τον «Κριτία», τον δεύτερο διάλογο και δεν έχει βρεθεί κανένα αρχείο που να αποδεικνύει ότι είχε ξεκινήσει ένα τρίτο έργο που θα ονόμαζε «Ερμωκράτης». Παραμένει άγνωστο γιατί ο Πλάτωνας δεν ολοκλήρωσε αυτήν την τριλογία. Το γεγονός αυτό ενέπνευσε πολλές εικασίες για το θέμα της Ατλαντίδας και έχει γίνει πλέον από μόνο του πηγή μυστηρίου, λόγω του γεγονότος ότι ο ίδιος ο φιλόσοφος δεν το ολοκλήρωσε ποτέ, χωρίς καμία οριστική απάντηση ως προς το γιατί.

1. Ο συγγραφέας των Ομηρικών Έργων


Ο Όμηρος, ο συγγραφέας της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, είναι ίσως ο αρχαιότερος γνωστός συγγραφέας. Παραμένει όμως μια μυστηριώδης φιγούρα από πολλές απόψεις, καθώς φαίνεται να μην υπάρχει πουθενά. Κάποιοι ακαδημαϊκοί έχουν φτάσει μάλιστα σε σημείο να ισχυριστούν ότι δεν πρόκειται για έναν άνθρωπο, αλλά για μακρά λογοτεχνική παράδοση, την ίδια ώρα που διαπρεπείς φιλόλογοι ορκίζονται ότι οι ομηρικές ιστορίες αποτελούν συλλογική δουλειά ομάδας προσώπων.

Η πεποίθηση για τη συλλογικότητα της ομηρικής αφήγησης έλκει την καταγωγή της από το γεγονός ότι η προφορική διήγηση μύθων αποτελούσε μακρά αρχαιοελληνική παράδοση, με μια σειρά από περίφημους ραψωδούς να μένουν στην Ιστορία. Κάτω από τη συλλογιστική αυτή, στον Όμηρο αποδίδεται απλώς η γραπτή καταγραφή προϋπαρχόντων θρύλων και μύθων.

 

 

https://www.pentapostagma.gr/

 

 

THATAKOUTE