Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε

Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

«Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ»



 
η επίσημη αρχαία θρησκεία δίδασκε ότι άνηκε στη δεύτερη γενιά των Ολύμπιων θεών, γεννημένος από το Δία και μια θνητή γυναίκα. Αλλά και η σύγχρονη έρευνα μέχρι πριν λίγα χρόνια θεωρούσε το Διόνυσο ως ένα από τους νεώτερους θεούς ελληνικού πανθέου. Όμως σήμερα ξέρουμε ότι ο Διόνυσος, όπως και τόσοι άλλοι θεοί της βλάστησης, λατρευόταν στον ελληνικό χώρο τουλάχιστον από τους πρώιμους μυκηναϊκούς χρόνους. Το όνομα του σώθηκε σε κείμενα της γραμμικής γραφής Β από την Πύλο, πιθανότατα σε σχέση ήδη με το κρασί και η αποδεδειγμένη διονυσιακή λατρεία στους αρχαϊκούς χρόνους στο ναό της Αγίας Ειρήνης στην Κέα μοιάζει να συνεχίζει θρησκευτική παράδοση που ανεβαίνει μέχρι τον 15ο π.χ. αιώνα.

Ως προς την προέλευση του θεού το μόνο βέβαιο είναι ότι το πρώτο συνθετικό του ονόματος του σχετίζεται με το Δία, πατέρα του Διόνυσου στο μύθο και θεό με τον οποίο θρησκειολογικά έχει στενές ομοιότητες. Η έρευνα, στηριζόμενη και σε αρχαίες μαρτυρίες, προσπάθησε να συνδέσει το Διόνυσο είτε με τη Θράκη, είτε με την λυδική-φρυγική περιοχή της Μικρά Ασίας ή με τη χεττιτική παράδοση.



Υπάρχουν πολλοί μύθοι για τη γέννηση του Διόνυσου. Ο πιο γνωστός είναι αυτός που αναφέρει ότι ο Διόνυσος γεννήθηκε από την ένωση του Δία και της Σεμέλης, κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας. Όμως η γέννηση πραγματοποιήθηκε κάτω από εξαιρετικές συνθήκες. Η Ήρα ζηλεύοντας την ερωμένη του άντρα της ,την έπεισε ενώ αυτή ήταν έγκυος, να ζητήσει από το Δία να παρουσιαστεί μπροστά της με όλη του τη δόξα. Πράγματι ο Δίας ικανοποίησε την επιθυμία της, αλλά η Σεμέλη κάηκε από τη φωτιά των κεραυνών που κρατούσε ο θεός, ο οποίος την τελευταία στιγμή πρόλαβε να αρπάξει από την κοιλιά της το μωρό. Επειδή δεν είχε συμπληρωθεί ο χρόνος κυοφορίας του μωρού ο Δίας έσκισε τις σάρκες του μηρού του και έβαλε μέσα το μωρό-Διόνυσο, Όταν ήρθε η ώρα να γεννηθεί τον έβγαλε ο Δίας από τον μηρό του και για αυτό λένε πως ο Διόνυσος γεννήθηκε δυο φορές. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές στο μύθο σχετικά με τη συνέχεια. Μιλούν για διάφορες νύμφες διαφόρων τόπων που ανέλαβαν να μεγαλώσουν το παιδί που ήταν χωρίς μητέρα. Η πιο γνωστή παραλλαγή αναφέρει τις νύμφες της Νύσσας, ενός μυθικού παραδείσου της αρχαιότητας, ως τροφούς του Διόνυσου.

Από Την θρησκεία τού τάφου και των κυναίδων τι περιμένατε; Γιαυτό κρατάμε τ΄αρχίδια μας όταν βλέπουμε παπάδες.



Διόνυσος και Έρωτας (Μουσείο Γουόρσλεϋ)

Ο βασικός αυτός μύθος του Διόνυσου σύντομα συνδέθηκε ή παραφράστηκε με άλλους ανάλογους μύθους, που εξέφραζαν τις ίδιες βασικές ιδέες της ανανέωσης της ζωής μέσα από το μυστήριο του θανάτου και της αναγέννησης. Σύμφωνα με αυτούς μόλις ανδρώθηκε ο Διόνυσος, ανακάλυψε τη χρησιμότητα του κρασιού, αλλά η πάντα εχθρική προς αυτόν Ήρα τον χτύπησε με μανία. Έτσι σε έκσταση ο Διόνυσος πλανήθηκε στην Αίγυπτο και στη Συρία, ώσπου έφτασε στη Φρυγία, εκεί η Κυβέλη τον μύησε στα μυστήριά της. Ώριμος πλέον ο θεός, περνά στην Ελλάδα για να διαδώσει τη λατρεία του. Η θρησκεία του όμως συναντά μεγάλη αντίδραση στους διάφορους τόπους και ο θεός πρέπει κάθε φορά να δείξει τη δύναμή του για να επιβληθεί.

Κατά τη μυθολογία τον συνόδευε ένας θίασος από αλλόκοτα όντα, Σάτυρους, Σειλινούς, Νύμφες και Μαινάδες, γυναίκες αφιερωμένες σ’ αυτόν. Κατά την περιήγησή του στην Ελλάδα επισκέφθηκε την Βοιωτία, τη γενέτειρά του. Όταν κατέβηκε στην Αττική φιλοξενήθηκε από τον Ικάριο στον οποίο χάρισε ως δώρο το κρασί, το δώρο αυτό στάθηκε μοιραίο, γιατί οι βοσκοί που το γεύτηκαν, μέθυσαν και πιστεύοντας ότι δηλητηριάστηκαν σκότωσαν τον Ικάριο.

Ιδιαίτερα έχουν μελετηθεί οι διονυσιακές γιορτές στην Αθήνα, γιατί από αυτές ξεπήδησε το θέατρο. Μια πρώτη γιορτή ήταν τα Ωσχοφόρια, γινόταν στα τέλη Οκτωβρίου, με πομπή από ένα από τα αθηναϊκά ιερά του θεού, κατά την οποία δύο νέοι ντυμένοι γυναικεία κρατούσαν κληματίδες με τσαμπιά, τους ώσχους.

Πολύ πιο παλιά φαίνεται ότι ήταν τα Ανθεστήρια, που γιορτάζονταν από τις 11 ως τις 13 Ανθεστηριώνος, στο τέλος Φεβρουαρίου δηλαδή, και αντιστοιχούσαν με το άνοιγμα του νέου κρασιού. Γινόταν επίσης αναπαράσταση Ιερού γάμου μεταξύ του θεού και της συζύγου του άρχοντος-Βασιλέως σε ανάμνηση ίσως της ιστορίας με τον Θησέα και την Αριάδνη. Η γιορτή τελείωνε με τους «Χύτρους» μία μέρα αφιερωμένη στους νεκρούς και στον Ψυχοπομπό Ερμή.

Μία άλλη ιωνική γιορτή, τα Λήναια, γινόταν προς το τέλος Ιανουαρίου και φαίνεται ότι υπογράμμιζε το στοιχείο των μαινάδων που ονομάζονταν και λήναι. Κι εδώ γινόταν πομπή και μουσικοί αγώνες.

Τα κατ’ αγρούς Διονύσια, αρχές Ιανουαρίου, ήταν η διονυσιακή γιορτή των αγροτών, που λάτρευαν ένα πολύ αρχαϊκό Διόνυσο που είχε τη μορφή ενός στύλου κοσμημένου με κληματίδες και ένα προσωπείο.

Ο Διόνυσος αυτός, μαζί με τα ομοιώματα φαλλών και ένα τράγο ως θύμα, πομπευόταν κατά τα Διονύσια, κατά τα οποία αναπτύχθηκαν και οι δραματικοί αγώνες. Αυτό το παρακολουθούμε καλύτερα στα Μεγάλα ή εν άστει Διονύσια, που γιορτάζονταν περισσότερες μέρες αργά τον Μάρτιο (9-14 Ελαφηβολιώνος). Το προσωπείο του θεού που στην υπόσταση του αυτή θεωρήθηκε ότι προέρχεται από τις Ελευθερές στα σύνορα της Βοιωτίας μαζί με τους φαλλούς και τον τράγο οδηγούνται με πομπή από την Ακαδημία στο ιερό του στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης, εκεί που χτίστηκε και το διονυσιακό θέατρο, και γίνονταν οι διθυραμβικοί χοροί. Τη δεύτερη μέρα την αφιέρωναν στην κωμωδία και τις τρεις τελευταίες στην τραγωδία. Τα Μεγάλα Διονύσια οργανώθηκαν τον 6ο π.χ. αιώνα. Ανάλογες γιορτές υπήρχαν σ’ όλη την Ελλάδα.

Ο Διόνυσος σε καράβι με κλήμα αντί για κατάρτι και δελφίνια να τον συνοδεύουν, σκίτσο από τη μουσειοσυσκευή του Κέντρου Μελετών Ακρόπολης

Οι γνωστές επωνυμίες του Διόνυσου είναι Διμήτωρ και Δισσίτοκος (γεννημένος δηλ. δύο φορές), Μηρορραφής, Πυριγενής, Λιαίος, (που διαλύει τα λίπη), Ληναίος, Ίακχος, και κυρίως Βάκχος, από εκεί οι Βάκχες-Μαινάδες και το ρήμα βακχεύω.

Αρχικά ο Διόνυσος εμφανιζόταν στην τέχνη με γενειάδα , αργότερα ως νέος αγένειος με μακριά μαλλιά. Συνήθως είναι ντυμένος με ποδήρη χιτώνα και φορά στεφάνι από κισσό. Άπειρες είναι οι παραστάσεις του θεού και των συνοδών του σε αγγεία. Πολύ γνωστός είναι ο Διόνυσος βρέφος τον οποίο κρατάει ο Ερμής του Πραξιτέλους. Ένα κολοσσιαίο ατελείωτο άγαλμα του σώζεται στα αρχαία λατομεία της Νάξου. Πολύ συχνά συναντούμε παραστάσεις του σε ψηφιδωτά δάπεδα.

Σύμβολα του Διόνυσου ήταν ο θύρσος, το αγγείο κάνθαρος, ο κισσός, οι κληματίδες, οι μάσκες του θεάτρου, ο φαλλός σύμβολο της γονιμότητας. Τα ζώα του ήταν ο τράγος, ο γάιδαρος και ο πάνθηρας.

Φωτεινή Ε. Βαγενά




Μία πολύ ενδιαφέρουσα μικρογραφία από το Άγιον Όρος (κωδ. 6 φ.163β)
Ο Ζευς - Βυζαντινός Aυτοκράτορας τίκτει τον Διόνυσο από τον μηρό του.
Η μικρογραφία φυλάσσεται στη Μονή Παντελεήμονος και αναφέρεται στο τετράτομο έργο της Εκδοτικής Αθηνών «Οι θησαυροί του Αγίου Όρους - εικονογραφημένα χειρόγραφα» (Αθήνα, 1973). Έχει τίτλο «Η Γέννησις του Διονύσου» και απεικονίζει τον Δία καθήμενο σε θρόνο με αυτοκρατορική περιβολή, ενώ στο φόντο επιγράφονται τα ονόματα Διόνυσος και Ζευς. Το ερεισίνωτο του θρόνου έχει τη μορφή αρχαίας ελληνικής λύρας, του ιερού συμβόλου του Απόλλωνος και οργάνου με καθαρά μυητικό και παιδευτικό χαρακτήρα. Αινιγματική στη σύνθεσή της, η εικόνα αυτή είναι ένα από τα πολλά δείγματα της συνέχειας του ελληνικού πνεύματος σε κάθε μορφή τέχνης του ελλαδικού χώρου.
Παρά τη σφοδρή πολεμική του ρωμαϊκού κράτους εναντίον των Εθνικών και της πατρώας θρησκείας, τα περισσότερα στοιχεία της λατρευτικής ελληνικής παράδοσης πέρασαν στη χριστιανική λατρεία. Ο «Υιός Θεού» λατρευόταν απ' όλους τους αρχαίους λαούς χιλιάδες χρόνια πριν τον χριστιανισμό, και «γεννιόταν» πάντοτε από μία παρθένο αμέσως μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο. Ο περίπλοκος μύθος του Διονύσου ενώνει και αφομοιώνει ποικίλα στοιχεία, όχι μόνο από τις παγανιστικές λατρείες του ελλαδικού χώρου αλλά και από ανάλογες λατρείες της Μικράς Ασίας. Γιος του Διός και της Σεμέλης, κόρης του Κάδμου και της Αρμονίας, ο «μηροτραφής» Διόνυσος ολοκλήρωσε την κυητική του ανάπτυξη στον μηρό του πατέρα του, επειδή η εγκυμονούσα μητέρα του κεραυνοβολήθηκε όταν, παρασυρμένη από την Ήρα, ζήτησε να φανερωθεί μπροστά της ο Ζευς με όλη του την αίγλη.
Ο προχριστιανικός αυτός μύθος που απεικονίζεται στη μικρογραφία είναι αποκαλυπτικός του θρησκευτικού συγκρητισμού και των αναπόφευκτων δανείων της χριστιανικής από την εθνική θρησκεία. Πίσω από το θεολογικό πρόσωπο του Χριστού βρίσκεται η πολυσύνθετη και μυστηριακή μορφή του Διονύσου. Στη διδασκαλία των Ορφικών, ο Διόνυσος-Βάκχος ταυτίζεται με τον «πυριφεγγή» δημιουργό (ορφικός ύμνος 52). Η δε αποκρυπτογράφηση του ονόματός του σε πινακίδες γραμμικής β΄ του 13ου αιώνα π.Χ. ­δείχνει πως η διονυσιακή λατρεία είναι πανάρχαια και αυτόχθων. Με την πάροδο των αιώνων, ο «Διόνυσος Σωτήρ» έγινε «Διόνυσος Λικνίτης», το ελπιδοφόρο και πολύτιμο γέννημα των Ελλήνων έγινε «θείον βρέφος», ο Ιουδαίος Jesua (Ιησούς) έγινε ελληνίζων Χριστός, και όλος ο γνωσιακός και μυστηριακός πλούτος της αρχαιότητας πέρασε μέσα στην ευαγγελική διδασκαλία. Και βέβαια, εκτός των άλλων, η μικρογραφία μαρτυρεί και την επικυριαρχία του ρωμαϊκού κράτους, όχι μόνο σε πολιτικό αλλά και σε θρησκευτικό επίπεδο.
Η ιδέα του Βασιλέως-Θεού Ηλίου έρχεται από την Ανατολή και συμπληρώνει την αποθέωση των αυτοκρατόρων. Ο βυζαντινός αυτοκράτορας, φορέας της κρατικής εξουσίας και «Βασιλεύς πιστός εν Χριστώ», ήταν η μετεξέλιξη του θεοποιημένου ρωμαϊκού καίσαρα και πρόδρομος του «Ελέω Θεού» μονάρχη της Δύσης.
Η ποικιλία των αρχαίων γιορτών -διονυσιακών, παγανιστικών και γονιμικών- που ανακαλύπτουμε γύρω από την περίοδο του χειμερινού ηλιοστασίου, προέρχεται από την εποχή που η ζωή των ανθρώπων ήταν βαθιά δεμένη με την ύπαιθρο και την καλλιέργεια της γης. Μετά τα μέσα του αττικού μηνός Ποσειδεώνος, στα τέλη δηλαδή του Δεκέμβρη, οι Αθηναίοι γιόρταζαν τα «Μικρά ή κατ’ αγρούς Διονύσια» με φαλλική πομπή, γερή οινοποσία, θυσία τράγου, γενική ευθυμία και ολονύκτιο ξεφάντωμα. Γιόρταζαν τη συγκομιδή των καρπών για τον χειμώνα, που μόλις είχε ξεκινήσει, και δοξολογούσαν τον μικρό Διόνυσο που επρόκειτο να γεννηθεί.
Το χειμερινό ηλιοστάσιο του ημισφαιρίου μας καταγράφηκε σήμερα, στις 06.19. Είχαμε ανατολή στις 07.38 και δύση στις 17.09. Απόψε διανύουμε τη μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου που σηματοδοτεί και επισήμως την έλευση του χειμώνα.

THATAKOUTE